Οι τρέχουσες συνθήκες δείχνουν ότι η παραγωγή ελαιολάδου στην Ισπανία το 2024 θα ξεπεράσει τα επίπεδα της τελευταίας δεκαετίας, με αυξήσεις επίσης στην Ελλάδα, την Τυνησία και την Τουρκία, αν και όχι στην Ιταλία, αυτό διαπιστώνει ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO) στην τελευταία έκθεση του Food Outlook.
Ωστόσο, οι υψηλές τιμές όπως αναφέρει ο οργανισμός, θα περιορίσουν προς το παρόν την παγκόσμια κατανάλωση. Αναλυτικότερα, στη Χαέν της Ισπανίας, οι τιμές χονδρικής του έξτρα παρθένου ελαιολάδου ψυχρής έκθλιψης έφτασαν τα 9228,92 ευρώ ανά τόνο τον Ιανουάριο του 2024, σε σύγκριση με 3435,70 ευρώ δύο χρόνια νωρίτερα.
Οι υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες αναγκάζουν τα ελαιόδεντρα να εξοικονομούν νερό για βασικές λειτουργίες αντί να παράγουν καρπούς, έχουν οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής κατά 50% για δύο συνεχόμενα χρόνια στην Ισπανία, με παρόμοια προβλήματα να παρατηρούνται και σε άλλες περιοχές της Μεσογείου.
Αν και τα ελαιόδεντρα είναι γνωστά για την εξαιρετική μακροζωία τους, παραμένουν ευάλωτα στις κλιματικές αλλαγές. Οι παραγωγοί θα πρέπει να εξετάσουν πιο βιώσιμες πρακτικές διαχείρισης του νερού και του εδάφους. Δεδομένης της μεγάλης δυνατότητας επέκτασης στις εξαγωγές ελαιολάδου, οι κυβερνήσεις ενδέχεται να προσφέρουν υποστήριξη στους ελαιοκαλλιεργητές μέσω ασφαλιστικών προγραμμάτων και μέτρων για την αντιμετώπιση των ασθενειών, όπως δήλωσε ο οικονομολόγος του FAO, Di Yang.
Η τελευταία έκθεση του Food Outlook του FAO, αναφέρει επίσης σημαντικές εξελίξεις στην αγορά λιπασμάτων, με πτώσεις στις τιμές για αζωτούχα προϊόντα, τα οποία παρακολουθούν στενά τις τιμές του φυσικού αερίου, καθώς και για τα λιπάσματα καλίου. Αντίθετα, τα φωσφορικά λιπάσματα δεν παρουσίασαν γενική πτώση, κυρίως λόγω των συνεχιζόμενων εμπορικών φραγμών. Συνολικά, τον Σεπτέμβριο του 2024, οι τιμές για τα λιπάσματα αζώτου, φωσφόρου και καλίου είχαν μειωθεί πάνω από 50% από την κορύφωσή τους τον Απρίλιο του 2022.
Τούτου λεχθέντος, οι όγκοι του εμπορίου έχουν μειωθεί και η πιθανή περαιτέρω κλιμάκωση των συγκρούσεων στην Εγγύς Ανατολή θα μπορούσε να επηρεάσει την προσφορά των κύριων λιπασμάτων, επηρεάζοντας ιδιαίτερα τη Λατινική Αμερική και την Ασία, δήλωσε η οικονομολόγος του FAO Maria Antip.
Η έκθεση αναφέρει επίσης, τις προοπτικές για μελλοντική παραγωγή και χρήση αμμωνίας εκπομπών άνθρακα, η οποία αποτελεί βασική πρώτη ύλη για τα λιπάσματα αζώτου. Παρόλο που η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αντί του φυσικού αερίου είναι βιώσιμη και ήδη γίνονται επενδύσεις, η εκτεταμένη παραγωγή λιπασμάτων χαμηλών εκπομπών θα απαιτήσει καλά στοχευμένα κίνητρα για να βοηθήσουν τους αγρότες να αντιμετωπίσουν το πρόσθετο κόστος που σχετίζεται με τη νέα αυτή παραγωγή.
Δείτε αναλυτικά την έκθεση του FAO εδώ.