Τα παρατσούκλια στην περιοχή των Γαργαλιάνων . Ο Δημήτριος Κρεκούκιας του Αντωνίου .
Από τα «Τετράδια Ιστορίας» του Παναγιώτη Α. Κατσίβελα , ιατρού .
Σήμερα ας ανοίξουμε ένα νέο κεφάλαιο στις συζητήσεις μας , ας μιλήσουμε για κάτι που άπτεται της λαογραφίας του τόπου μας . Άλλωστε μας δίνει την δυνατότητα το ερευνητικό έργο ενός σπουδαίου Γαργαλιανιώτη , του Δημητρίου Κρεκούκια του Αντωνίου . Ας ξεφυλλίσουμε και ας διαβάσουμε το κεφάλαιο Παρωνύμια από το έργο του «Τριφυλίων Βαπτιστικά Επώνυμα Παρωνύμια» , έκδοση του 1955.
Αβγουλάς ( Γαργ.) δια την προς τα αυγά αγάπη του .
Αγγουράς ( Γαργ.)λόγω της συγγένειάς του προς άτομο έχων την επωνυμία αυτή .
Αδαμάκος ( Μαρ) το παρωνύμιο εδόθη ειρωνικώς εις άτομο υψηλού αναστήματος .
Αδαμάριος ( Μαρ) δια το όνομα του παππού του Αδάμ – Αδαμάκης , Αδαμάριος
Αδελφογάμης ( Γαργ.) . Έτσι απεκλήθη ασελγές πρόσωπο συλληφθέν βινών την γυναικαδελφή του .
Αδελφός ( Πύργ.-Μαρ.) εις αμφότερα ταύτα οι φέροντες τούτο έκαμνον εις την ομιλία τους συχνότατη χρήση της λέξεως .
Αερογάμης ( Μαρ.) δια την αδέξιότητά του εις τα μετά των γυναικών ερωτικάς σχέσεις παρουσιαζόμενος προς είδος ιέρακος , όπως εκ του Τριφυλιακού λαού καλούμενο .
Αησίλαγος δια την χωλότητα αυτού λαβών το παρωνύμιο παρά των συμμαθητών του , εις την μαθητική του ηλικία.
Αλατοσακούλλα ( Γαργ.) δια το ατημέλητο και εν πολλοίς ρυπαρό του σώματός της φημιζομένη γυνή , έλαβε το παρωνύμιο τούτο.
Αλμπάνης ( Γαργ.) δια το επάγγελμα αυτού ως πεταλωτού ίππου.
Αλλειμμάς ( Γαργ.)Παρονομιάζονται έτσι κάποιοι ως νυμφευθέντες τις Απόκριες κατά τις οποίες σφάζονται οι χοίροι τα δε « αλλείμματα κι οι γουρνοτσιγαρίδες)
Αλειτρούητος ( Γαργ.) δια την ασέβεια προς τα θεία.
Αλούπης ( Φλοκ.) δια την πονηράδα του .
Αλουποπορδή ( Γαργ. ) δια το νανοειδές και την δυσμορφία του )
Ανήλιαστος ( Γαργ.) δια τον μονήρη βίο του και τις αραιές εκ του οίκου του εξόδους.
Αξύγκωτος ( Γαργ.) έτσι παρωνοματίσθει κάποιος ειρωνικώς δια την παχυσαρκία του .
Αρκουδίτσα ( Μουζ.) τούτο το παρωνύμιο έλαβε κάποιος μικρόσωμος χωρικός ο οποίος κατά τις Απόκριες μετάλλαξε το σχήμα του εις άρκτο ( αρκούδα) και χόρευε εις τις συνοικίες των Γαργαλιάνων μετά τινός άλλου « του αρκουδιάρι» προς συλλογή κατά το έθιμο φιλοδωρημάτων .
Αρναούτης ( Βαλτ.) το παρωνύμιο απεδόθη εις υψηλόσωμο και βραδύγλωσσο άνδρα .
Αρούκατος ( Μαρ) δια το υπερύψηλο του σώματος αλλά και τους χονδροειδείς τρόπους .
Αρφάνης ( Βαλτ.)διότι νήπιον ακόμη εστερήθη αμφοτέρους τους γονείς του , παρονομασθείς προς τους έτσι καλουμένους αμνούς των οποίων η μήτηρ απέθανε .
Αφωρεσμένος ( Γαργ.) διότι εναντίον αυτού ανέγνωσε ο ιερεύς επιτίμιο .
Μπαμπούς ( Γαργ.) δια την βραδύτητα του σώματος.
Μπακάλης (Λευκ.) δια το επάγγελμα του πατρός του .
Μπακαλιάρος ( Γαργ.) για την ισχνότητα του σώματός του .
Μπακούρος ( Πυργ.) έτσι παρωνομάσθη κάποιος μικρόσωμος και προγάστωρ.
Βαλαχού ( Γαργ.) το παρωνύμιο αυτό εδόθη εις μία γυναίκα δια την ομοιότητα του προσώπου και το έκλυτο του βίου προς τινά εταίρα της παρελθούσης 20ετίας φερούσης την επωνυμία ταύτη .
Μπαλούμπας ( Γαργ.) δια την καταγωγή του από εκ του γνωστότατου δια τις παρασχεθείσες υπηρεσίες εις τον ιερό του 1821 αγώνα Αρκαδικού χωριού Παλούμπα .
Μπαλωμένη ( Γαργ. ) Το παρωνύμιο αυτό εδόθη εις γυναίκα έχουσα το αριστερό ήμισυ του προσώπου μελανόν εν αντιθέσει με το λευκόχρουν δεξιό.
Βαρβατσέλλης ( Λευκ.) δια το επιρρεπές του χαρακτήρος προς την πορνεία.
Βασάνης ( Φλοκ.) δια την συχνή της λέξεως χρήση ( ότι να κάνει ο Βασάνης – Ρε βασάνη , για σου ρε.)
Μπατζάς ( Γαργ.) δια το άσεμνο της περισκελίδας του .
Μπατσόνας ( Γαργ.) δια την θητεία του ως ποιμένος των προβάτων του έχοντος το επώνυμο τούτο .
Βέγγος ( Γαργ.) Παραφρασμένος τύπος του Μπέη , βαπτιστικό που παρατηρήθηκε εις του Στυλιανού . Ως παρωνύμιο εις Γαργαλιάνους , οφείλει δε την γέννησή τους εις τους παιδικούς χρόνους των φερόντων χρόνους έτσι αποκαλουμένων υπό των οικείων αυτών ( άντε Μπέγο μ’ εσύ – ότι θέλει ο Βέγγος μου )
Μπέκος ( Γαργ.) δια την ανηθικότητά του ( becco = κερατάς)
Μπελιάς ( Γαργ. ) δια την συχνή χρήση της λέξεως
Μπέλλος ( Μαρ.) δια το ευειδές ( του προσώπου)
Βελονής ( Λευκ.) Επειδή ασθενήσας πότε εκ ικτέρου , την οποία ο λαός «σούφρα» καλεί ,ιάθη υπό γραίας φερούσης ομοίως το παρωνύμιο τούτο.
Βέργω ( Γαργ.) Το παρωνύμιο εδόθη εις γυναίκα δια το ευθυτενές του σώματος και εις τους χορούς ευκαμψία του φημιζομένη , ως και δια το ελεύθερο των ηθών της .
Μπιρμπίλης ( Γαργ.) δια το σπινθηροβόλο των οφθαλμών.
Μπολοσπύρος ( Γαργ. ) δια τον άστατο και πλάνητα βίο του . Τ πρώτο συνθετικό του είναι bολο – προφανώς συντετμημένος τύπος του έμβολος – έμβολο .
Μπούρμπουνας ( Πυργ.) δια την βραχύτητα του σώματος συνδιασθείσης με κάποια πονηρίας .
Μπραΐμης ( Μουζ.) δια το αυταρχικό και θηριώδες του χαρακτήρος.
Βρικόλακας ( Λευκ.) δια την ισχνότητα προμοιασθείς προς τους βρικόλακες , τους εξερχόμενους από των τάφων των νεκρών.
Γαλιάντρα (Γαργ.) Δια την πολυλογία της έλαβε τούτο το παρωνύμιο κάποια γυναίκα , π΄ρος το ωδικό πτηνό παρονο0μασθείσα .
Γαλιγάλης ( Γαργ.) δια την συχνή χρήση της λέξης , αγάλι , αγάλι .
Γαρουφαλής ( Γαργ.) δια την αγάπη του όπως θέτει επί του ωτός του καθ’ εκάστη «γαρούγαλο»
Γιαγιάννης ( Γαργ.) δια την βραδύτητα της γλώσσης , έλαβε τούο το παρωνύμιο κάποιος υψηλόσωμος ανήρ.
Γιαγκούλλας ( Τραγ.) δια την ληστεία ενός συμπατριώτη του , έλαβε το παρωνύμιο του διαβόητου ληστή Φώτη Γιαγκούλλα .
Γκιώνης (Γαργ.) (=αιγωλιός)για τις συχνότατες νυχτερινές του εξόδους .
Γριτσής ( Γαργ.) παρά το γραία – γραιίτσα – γριΐτσα – γρίτσα δια τις ρυτίδες του προσώπου .
Γύφτος
Νταηφώτις ( Γαργ) δια την ανδρεία του.
Ντάνος ( Λευκ.) επί κομπαστού λέγοντος ότι έχει δέκα ντάνες ( =τμήματα ) σταφιδάμπελο.
Ντεϊμεντές ( Τραγ.) δια την συχνή χρήση της λέξεως ( Ο Μήτρος ντεϊμεντέ κι’ αν ζήσει . θ πάει , αλλά τεϊμεντέ και άμα τόνε βρει)
Ντελαλιτζής ( Γαργ.) εκ του τουρκικού tellal ( Κήρυξ)
Ντερβίσης ( βαλτ.) εκ του τουρκικού dervis .
Διάοτσος ( Βαλτ.) δια την συχνή χρήση της λέξεως προς βλασφημία.
Ντούρντουνας ( Φλοκ) το παρωνύμιο εδόθη εις χωρικό αγαπώντα ιδιαιτέρως να άδει το γνωστό άσμα «Γειά σου , Ντουρντούνα Ντροπολιτσώτη»
Ντρίτσης ( Γαργ.) διότι φορούσε πλατύγυρο καπέλο , ντρίτσα ονομαζομένη .
Ζαμπόνας ( Μαρ.) δια το μικρό του μέγεθος
Ίλιλης ( Μαρ.) δια την συγγένειά του προς κάποιο Ίλιλη γνωστό του δια τα ναυτικά του ταξίδια .
Καβουράκις ( Μαρ.) δια το μικρόν του μέγεθος .
Καζαμίας ( Γαργ.) δια την σαφή γνώση του εορτολογίου.
Καθίγκλας ( Βαλτ) διότι επαγγελλόμενος τον πλανόδιο καθεκλοποιό ανέφερε διερχόμενος δια των οδών : « φτιάχνω καθίγκλες , καθίγκλες χαλασμένες φτιάχνω»
Κακαειδού ( Γαργ.) παρά το επίθετο κακοειδής , κακαειδός δια την δυσμορφία . Προβλ. Φράση που πάρει χίλια πέρπεργα (= υπέρπυρα) και κακαειδού γυναίκα ] τα πέπεργα παν’ κι έρχουνται και η κακαειδού μινέσκει .
Καλαμπαλίκης ( Φλοκ.) δια τον φαιδρό τύπο.
Καλλιφώνης ( Γαργ.)δια την καλλικέλαδον φωνήν του .
Καμάρας ( Πύργ.) δια το ευθυτενές του σώματος .
Κανάγιας( Γαργ.) ( ιταλ. Canaglia) δια την επιπολαιότητα και άνοια .
Καούνης ( Λευκ.) επειδή είχε καούνα (= κοίλη)
Καραγκιόζης ( Λευκ.) δια την δυσμορφία του αλλά και τα πολλά αστεία του .
Καραΐσκος ( Μαρ.) εκ του Καραϊσκάκης
Καραχούντρης ( Τραγ.)
Καραψολιάς (Γαργ.) δια το μέλλον του μέλαν του σώματος , έπειτα δ’ ειρωνικά και των μελών αυτού.
Κάργας ( Γαργ.) διότι εις κάποιες βουλευτικές εκλογές ανέκραζε εις τους υποψηφίους τους οποίους συμπαθούσε «Κάργα και τους φάγαμε»
Εικ. Βασίλειος Ι. Παπαχριστοφίλου ο επονομαζόμενος και Κάργας ,με την σύζυγό του Μαρία Κακίση ή και Κάργαινα , παντοπώλης στη πόλη των Γαργαλιάνων .
Κασσιδιάρις ( Λευκ.)δια την ασθένεια της κεφαλής.
Κάστρου ( Λευκ.) δια την μετά εγκληματικότητας πονηρία παρονομασθείσα γυνή της προς γραία συνεργό στυγερού εγκλήματος γενομένου προ ετών εις την Αθήνα .
Κατσαφάνα ( Τραγ.) δια την ατημέλητη κόμη της έλαβε κάποια γυναίκα τούτο το παρωνύμιο .
Κατσίβελλος ( Φλοκ.) δια το ατημέλητο και ρυπαρό του προσώπου προς αθίγγανο παρονομασθείς .
Κατσώνης ( Πυργ) Έτσι παρωνομάσθη κάποιος μαθητής Λάμπρος ονόματι υπό των συμμαθητών του δια την συνωνυμία προς τον γνωστό Έλληνα ήρωα.
Καυλέας ( Γαργ.) δια τον έκλυτο βίο του
Καψαλιάρις ( Λεύκ.) Δια το μέλαν του προσώπου.
Καψοκαλύβης ( Γαργ) δια την συχνή χρήση της φράσεως ( Εγώ έκαψα την καλύβα μου για να μην με τρών’ οι ψύλλοι.
Κλανάκιας ( Γαργ.) δια το πέρδεσθαι
Κιτρινιάρις ( Φλόκ.) δια το ωχρό πρόσωπο
Κόντες ( Γαργ.) δια την συνοδευομένη μετά οιήσεως πενία του προς κόμητα ( Ιταλ. Conte) ειρωνικώς παρονομασθείς.
Κοκκάλας και Κοκκαλιάρης ( Γαργ.) δια την ισχνότητα .
Κόκκινος ( Φλοκ.) δια το πυρόχρουν της κώμης και του προσώπου.
Κοκκορολαίμα ( Γαργ.) δια το μείζον του κανονικού μέγεθος του λαιμού.
Κολοβός ( Γαργ.) δια την βραχύτητα του σώματος
Κολόμπος ( Λευκ.) δια τις ιστορίες περί των ταξιδιών του εις την χώρα του Κολόμβου τις οποίες υπερηφάνως διγηείτο .
Κορατσάρις ( Γαργ.) δια το ατημέλητο και ρυπαρό του σώματος
Κουλλός ( Γαργ.) δια την πάθηση των χεριών ( αρχ. Λέξη κυλλός)
Κουρουπόκωλος ( Γαργ.) δια το ακριτόμυθο του χαρακτήρα
Κουτέλας ( Γαργ.) ως μετωπίας
Κουτσονικολός ( Γαργ.) δια την χωλότητα των ποδών του.
Κρεμμυδοφάγος ( Φλόκ.) δια την συχνή εκ κρομμύων αποτελουμένη τροφή του .
Κωλοπηλάλας ( Φλοκ.) δια την ωκυποδία.
Λαγγούνης ( Γαργ.) παρά το λαγκουνός (=λάμπων) για την ωραιότητα του προσώπου του.
Λαϋνάς ( Μαρ.) παρά το λάγυνος ή (λαΰνα ) δια το επάγγελμα .
Λουβιάρις ( Πυργ.) διότι έπασχε από λούβα (= λέπρα)
Λώλος ( Γαργ.) δια την ευήθεια (*)
(*)Ευήθεια αγαθοσύνη αφέλεια βλακεία χαζομάρα
Μακράκις (Γαργ.) Γιατί υπήρξε θαυμαστής και οπαδός του γτνωστού θεολόγου παρελθούσης πεντηκονταετίας .
Μαρούδας ( Γαργ.) δια την σύζυγό του Μαρούδα
Μαυρεάς ( Γαργ.) δια το μέλαν του προσώπου
Μοναχογιός ( Μουζ.) ως μονογενής
Μούλος ( Γαργ.) διότι ήταν νόθος
Μουγούχος ( Γαργ.) δια το επάγγελμα ευνουχιστή χοίρων
Μούργος ( Γαργ.) δια το χρώμα
Να το πάρω Παναΐτσα μου ( Γαργ.) Το παρωνύμιο εδόθη εις πτωχό νεωκόρο , ο οποίος πιεζόμενος υπό της αφορήτου πενίας του αναγκαζόταν να κλέπτει χρήματα από το ταμείο της εκκλησίας ερωτών αν έπρεπε να τα πάρει την Θεοτόκο : Να ντο πάρω , Παναίτσα μου , το ταληράκι να πάρω του Γιάννη μας γάλα .
Νυσαράκις ( Γαργ.) δια το όνομα του αναδόχου αυτού .
Ξιδάκτυλος( Γαργ.) διότι είχε έξ δάκτυλα σε κάθε χέρι
Πατάκας ( Λεύκ.) παρά το πατάτα ( ιταλ. Patata) , το παρωνύμιο αυτό απαντά και στην Κεφαλλονιά και τον Αδάμαντα Μήλου υπό αυτόν τον τύπο , ως Πατατάς δε εις Αφράτους Κισσάμου
Πατριάρχης ( Γαργ.) , δια τον προς το ιερατικό σχήμα ζήλον .
Πατρίδα ( Γαργ.) , δια την συχνή της φράσεως χρήσιν . Το παρωνύμιο απαντά και εις Αφράτους Κισσάμου .
Πατρούλλιας ( Γαργ.) δια τον έρωτα νέας ευειδεστάτης της Κλεοτρούλλας – Πατρούλλας .
Πίκουλας ( Γαργ.) δια το μικρό ανάστημα.
Πιτσιρίνης ( Γαργ.) εκ του ιταλ. Piccino δια το λεπτόν του σώματος και το μικρόν του ύφος.
Ποντικομαμή ( Φλοκ.) δια το ύπουλο και το κρυφό των ενεργειών του .
Ρέτζος ( Γαργ) παρά το όνμα των ληστών Ρετζαίων , δια την προς την ληστεία ροπή του έχοντος τούτο .
Ρούμης ( Λευκ.)δια την αγάπη του προς το ομώνυμο ποτό.
Ρουφεάς ( Γαργ.) Δια την συχνή χρήση της λέξεως ως πωλητή όντος ποταμίων ιχθύων ( ψάρι του Ρουφεά , φρέσκο ψάρι του Ρουφεά!)
Σβίγγος ( Γαργ.) δια το συχνόν πέρδεσται , ο άλλως παρονομασθείς Πόρδος .
Σκαντζιμπουχαίος ( Γαργ.)(= Καλλικάτζαρος ) δια την πονηριά του.
Σκατζίλας ( Φλόκ.) Δια το ατημέλητο και το ρυπαρό του σώματος( Σκατζίλα = κόπρος χοίρου) .
Σπανός ( Γαργ. Φλόκ. Μουζ. ) δια το αγένειο του προσωπου και το λείο εν γένει του σώματος .
Σραβόκωλας ( Γαργ.) δια την περί τους γλουτούς πάθηση.
Στριγκλής ( Βάλτ.) ως μόνος εναπομείνας εις την οικογένεια αποθανόντων των γονέων και αδελφών αυτού.
Στριγγόλιμνα ( Γαργ.) δια την παχυσαρκία λαβούσα σκωπτικώς το όνομα μικράς και ασημάντου λίμνης κειμένης βορείως της πόλεως των Γαργαλιάνων
Τουρλελές ( Φιλ.) δια το υπερυφηλό ανάστημα .
Τζούλας ( Γαργ.) παρά το Αγγελής- Ατζουλής .
Τόφαλος ( Γαργ.) , δια το αθλητικόν του παράστημα , ως του εκ Πατρών πρωταθλητή Τόφαλου.
Τρουμπούκι ( Γαργ.) Έτσι καλούνται σκωπτικώς πας εκ Γαργαλιάνων .
Τσαρουχάς ( Λευκ.) δια το επάγγελμα.
Τσιμπούκος ( Γαργ.) Επειδή κατά την νηπιακή και την έπειτα παιδική ηλικία έφερε τους δακτύλους των χεριών του επί του στόματος.
Τσικνιάς ( Φλοκ.) δια το γνωστό πτηνό του οποίου το επίσημο όνομα είναι ερωδιός.
Τσουτσούνης ( Γαργ.) επειδή κατά την παιδική ηλικία την πόσθη τσουτσούνα έλεγε .
Φάντης ( Φλοκ.) Δια την χαρτοπαιξία του
Φελώνης ( Γαργ.)
Φόλος ( Πύργ.) δια το μικρό του ανάστημα
Φουκαράς ( Πύργ.) παρά την λέξη δια την πενία του
Χαμπέρις ( Γαργ.) δια την συχνή της λέξεως χρήσιν ( έ φιλαράκο τι χαμπέρια , τι χαμπέρια ρε παιδιά , κακά χαμπέρια θα μας έρθουνε )
Χαυτομύγης ( Λευκ.) δια την μεγάλη του πενία συνοδευόμενη μετά κάποιας νωχέλειας .
Χειλάς ( Γαργ.) ο Χείλων των αρχαίων , Χειλάς δε των Βυζαντινών . Το θηλ χειλού εις τους Γαργαλιάνους , Χειλέισα εις τα Αφράτα Κισσάμου Κρήτης . Ως σύνθετον δε Στραβόχειλος ως παρωνύμιο εις τους Γαργαλιάνους και στραβοχειλέας εις Μάνη .
Ψαλίδας (Γαργ.) δια την δεινότητα της γλώσσας , αλλά και την καογλωσσία του .
Ψιψίνα ( Γαργ.) ως φλυαρών χαμηλοφώνως
Ψωρίλος ( Γαργ.) δια την πάθηση του δέρματος .
Δημ. Κρεκούκιας : Ο Δημήτριος Α. Κρεκούκιας γεννήθηκε στους Γαργαλιάνους το 1919 . Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Κατοχή επέδρασσαν αρνητικά στην εξέλιξή του, καθυστερώντας την ολοκλήρωση των σπουδών του και στερώντας του την δυνατότητα να καταλάβει την έδρα της Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο για λόγους ηλικίας .Σπούδασε τελικά την επιστήμη της Φιλολογίας , μετεκπαιδεύτηκε σε Πανεπιστήμιο στην Ιταλία και εργάστηκε αρχικά ως καθηγητής στην Ιόνιο Σχολή . Ακολούθως εντάσσεται στο Κέντρο συντάξεως του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών αρχικά ως Συντάκτης του Λεξικού (1956-84) ακολούθως ως Διευθύνων 1981-82 και ως Διευθυντής (1982-84) . Ο Δ. Κρεκούκιας συνεργάστηκε και διαδέχθηκε τους κορυφαίους του Ελληνικού Πνεύματος , μελετητές της ελληνικής γλώσσας και φιλολογίας, όπως ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, ο Κωνσταντίνος Άμαντος, ο Ιωάννης Κακριδής, ο Νικόλαος Ανδριώτης, ο Δημήτριος Γεωργακάς, ο Στυλιανός Καψωμένος κα. Και μετά την συνταξιοδότησή συνέχισε να παρουσιάζει γλωσσολογικά θέματα στις συνεδριάσεις της Ακαδημίας Αθηνών .
Ο Δημήτριος Α. Κρεκούκιας λάτρεψε την περιοχή των Γαργαλιάνων και πριν πεθάνει δώρησε μέρος της Βιβλιοθήκης του στην Μπρίσκειο Βιβλιοθήκη Γαργαλιάνων , για τους νέους της περιοχής . Τα δε βιβλία από την ως άνω συλλογή φέρουν την σφραγίδα
Απεβίωσε το 2019 σε ηλικία 100 ετών .
Η Διδακτορική του διατριβή ήταν με θέμα
«Τα προγνωστικά του καιρού εις την αρχαίαν την μεσαιωνικήν και την νεωτέραν Ελλάδα» 1966 Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Σε ηλικία 47 ετών .
Το Συγγραφικό του έργο
1. H σύμφυρσις εις το μεσσηνιακό γλωσσικόν ιδίωμα, Κρεκούκιας Δ., 1961
2. Tα δημώδη ονόματα των φυτών των επαρχιών Πάργας και Mαργαριτίου Κρεκούκιας Δ., 1964
4. Tα δημώδη ονόματα των φυτών των επαρχιών Πάργας και Mαργαριτίου Κρεκούκιας Δ., 1964
6. Αρχαίες και μεταγενέστερες μονομάρτυρες και άλλες σπάνιες λέξεις στα σημερινά δωδεκανησιακά ιδιώματα, Κρεκούκιας Δ., 2000
7. Αρχαιοπινή ονόματα φυτών στο γλωσσικό ιδίωμα της Ικαρίας, Κρεκούκιας Δ., 1982
8. Αρχαιοπινή ονόματα φυτών στο ιδίωμα της Ικαρίας, Κρεκούκιας Δ., 1982
9. Αρχαιοπινή στοιχεία στο αγροτοποιμενικό λεξιλόγιο της Λήμνου, Κρεκούκιας Δ., 1982
10. Αρχαιοπινή στοιχεία στο αγροτοποιμενικό λεξιλόγιο της δυτικής Θεσσαλίας, Κρεκούκιας Δ., 1980
11. Αρχαιοπινή στοιχεία από το αγροτοποιμενικό και αλιευτικό λεξιλόγιο των Κυκλάδων Κρεκούκιας Δ., 1991
13. Αρχαιοπινή στοιχεία στο αγροτοποιμενικό λεξιλόγιο της Λήμνου, Κρεκούκιας Δ., 1982
14. Αρχαιοπινή τοπωνύμια Λευκάδας, Κρεκούκιας Δ., 1983
15. Αρχαιοπινή τοπωνύμια από Κέρκυρα και Ήπειρο, Κρεκούκιας Δ., 1977
16. Αρχαϊσμοί στο φυτικό και ζωικό ονοματολόγιο της Λέρου , Κρεκούκιας Δ., 1991
17. Αρχαϊστικά ονόματα φυτών στα δωδεκανησιακά γλωσσικά ιδιώματα , Κρεκούκιας Δ., 1998
18. Ετυμολογικά, Κρεκούκιας Δ., 1996-1997
19. Ετυμολογικά Β’ , Κρεκούκιας Δ., 1998
20. Ετυμολογικά Γ’ , Κρεκούκιας Δ., 1999
21. Ετυμολογικά Δ’, Κρεκούκιας Δ., 2002-2003
22. Μονομάρτυρες και άλλες σπάνιες αρχαίες λέξεις στα ποντιακά ιδιώματα , Κρεκούκιας Δ., 2003
23. Περιπαίγματα χωρίων Γορτυνίας , Κρεκούκιας Δ., 1976-1977
24. Δ. Α. Κρεκούκιας, Επωδές και κατάδεσμοι Τριφυλίας, με συσχετισμό προς τα αρχαία, μεσαιωνικά και νεώτερα στοιχεία, Αθήνα 1971
25. Gli uccelli nelle credenze e nelle tradizioni del popolo greco e siciliano
Κρεκούκιας, Δημήτριος Α.. Atene : Τυπ. Παπούλια. 1970.
27. Gli uccelli nelle credenze e nelle tradizioni del popolo greco e siciliano , Κρεκούκιας, Δημήτριος Α.. Atene : Τυπ. Παπούλια. 1970.
28.Λεξικογραφικοί Αρχαϊσμοί , από τα γλωσσικά νεοελληνικά ιδιώματα της Μακεδονίας
29 .Ετυμολογικά από τα Νεοελληνικά Ιδιώματα
30. Μονομάρτυρες και άλλες σπάνιες αρχαίες και μεταγενέστερες λέξεις στα Νεοελληνικά ιδιώματα . , κ.α.
31. Δημώδη ἄσματα Τριφυλία, Δημήτριος Α.. Ἀθῆναι 1959.
32. Κρεκούκιας, ∆ημήτριος Α., «Ένα Μανιάτικο γιατροσόφι του περασμένου αιώνα», Πρακτικά Α΄ Λακωνικού Συνεδρίου, (1977), Λακωνικαί Σπουδαί, τόμ. 4, 1979, σσ. 355-363. Και ανάτυπο, Αθήνα 1979
33. Κρεκούκιας, ∆ημήτριος Α., «Μαγικοί τρόποι θεραπείας ασθενειών στο λαό της Θράκης», Πρακτικά του Β΄ Συμποσίου Λαογραφίας του Βορειοελλαδικού Χώρου, Θεσσαλονίκη 1976, σσ. 219-227. Και ανάτυπο.
34. Κρεκούκιας, ∆. Α., «Μαγικοθεραπευτικά βότανα στη ∆υτική Μακεδονία», Ε΄ Συμπόσιο Λαογραφίας Βορειοελλαδικού χώρου. Πρακτικά. Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 1989, σσ. 105-109
35 . Κρεκούκιας, ∆ημήτριος Α., «Θεραπευτικά φυτά στη Θράκη», Πρακτικά, ΣΤ΄ Συμπόσιο Λαογραφίας Βορειοελλαδικού χώρου, Ινστιτούτο Μελετών Χερσονήσου Αίμου, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 193-201.
κ.α.