Η Ισπανία συνταράσσεται από τις καταγγελίες του Antonio Luque, επικεφαλής του μεγαλύτερου συνεταιρισμού ελαιολάδου στην Ισπανία και παγκοσμίως, της DC Coop, περί εκτεταμένης νοθείας στο ραφινέ ελαιόλαδο από ορισμένες βιομηχανίες ιδιωτικών συμφερόντων. Ο ίδιος μίλησε για «ενδείξεις» και ότι δεν διαθέτει αποδείξεις, γιαυτό και κάλεσε τον εισαγγελέα να επέμβει να διερευνήσει το θέμα. Άμεση και κατηγορηματική ήταν η αντίδραση των επαγγελματικών συνδέσμων των τυποποιητών, ραφιναδόρων, εξαγωγέων, ANIERAC και ASOLIVA, οι οποίες διέψευσαν τις καταγγελίες και με τη σειρά τους ζήτησαν από το Υπουργείο να επέμβει με ελέγχους να ξεκαθαρίσει την κατάσταση.
Ο καπνός και η φωτιά
Η υπόθεση αυτή έρχεται στο φως της δημοσιότητας στην πιο κρίσιμη και λεπτή συγκυρία. Από την 1η Νοεμβρίου Οι αγορές ελαιολάδου καταρρέουν φτάνοντας για το έξτρα παρθένο στο ψυχολογικό αλλά και πραγματικό όριο, των 5,0€/κιλό. Βλέποντας πόσο είναι το κοστολόγιο του Ισπανού ελαιοκαλλιεργητή, που πρόσφατα δημοσίευσε η ισπανική ΑΕΜΟ θα διαπιστώσουμε ότι ναι μεν τα 3,23€/κιλό αποτελούν τον μέσο όρο αν συμπεριλάβουμε τα υπέρπυκνα, υπερεντατικά, ανεβαίνει όμως στα 4,61€/κιλό για τους παραδοσιακούς, ξερικούς ελαιώνες στα επικλινή εδάφη.
Να υποθέσουμε πως η δι-επαγγελματική συνεννόηση δεν κατέστη δυνατή με αποτέλεσμα τον «βαλλιστικό πύραυλο» περί νοθείας, που εξαπέλυσε το στρατόπεδο των κοοπερατίβων;
Η πτώση, λοιπόν, των τιμών εκεί κοντά στο ανάχωμα και στην «κόκκινη γραμμή» των 5,0 €, σήμανε συναγερμό στο στρατόπεδο των παραγωγών και των κοοπερατίβων. Το ερώτημα πώς θα αντιδρούσαν για να ανακόψουν την πτώση ήταν στο μυαλό και στα χείλη όλων όσων παρακολουθούν/θούμε τις εξελίξεις, μεταξύ αυτών και του υπογράφοντα. Άλλωστε όλοι γνωρίζουν/με πως οι μεγαλοστομίες στα κανάλια και σε κάποιες ιστοσελίδες, που καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες εδώ στην Ελλάδα όχι μόνο δεν βοηθάνε αλλά κάνουν και ζημιά καλλιεργώντας ψεύτικες ειδήσεις και αβάσιμες προσδοκίες.
Όλοι γνωρίζουμε ότι η Ισπανία διαθέτει ένα ισχυρό δίκτυο δι-επαγγελματικών συνεργασιών και συνεννοήσεων, το οποίο υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να έχει λειτουργήσει αυτές τις κρίσιμες ημέρες προκειμένου να αποκαταστήσει μια ηρεμία στην αγορά και μια ισορροπία μεταξύ των δύο βασικών πόλων, του αγροτοσυνεταιριστικού και του ιδιωτικού εμποροβιομηχανικού. Να υποθέσουμε πως η συνεννόηση αυτή δεν κατέστη δυνατή με αποτέλεσμα τον «βαλλιστικό πύραυλο» περί νοθείας που εξαπέλυσε το στρατόπεδο των κοοπερατίβων; Ακούγεται σαν παρατραβηγμένο σενάριο, όμως ταιριάζει στα γεγονότα.
Πραγματικότητες
Πέρα από τις όποιες υποθέσεις υπάρχουν και μια σειρά από πραγματικότητες.
– Εδώ και αρκετό καιρό στην Ισπανία η τιμή του λαμπάντε 1° είχε εξισωθεί με του ραφινέ (π.χ. 6,7€ στις 30/9 και 4,7€ χτες), πράγμα αφύσικο αν λάβει κανείς υπόψη το κόστος ραφιναρίσματος, που ξεκινά από τα 40 σεντ για τα ισπανικά και φτάνει τα 80 σεντ για τα ιταλικά και ελληνικά λαμπάντε.
– Η υψηλή τεχνολογία επιτρέπει «λύσεις» επεξεργασίας άλλων σπορελαίων, τα οποία σήμερα διακινούνται με 1,7€/κιλό αφήνοντας μεγάλα περιθώρια παράνομου κέρδους.
– Η (ισπανική) βιομηχανία έχει τα τελευταία δύο χρόνια επωμιστεί μεγάλο μερίδιο της κρίσης προκειμένου να συγκρατήσει τις τιμές πώλησης στα χαμηλότερα δυνατά επίπεδα παρά την άνοδο των τιμών παραγωγού (πρώτης ύλης) αλλά και συντελεστών του κόστους (ενέργεια) ώστε να διατηρήσει την κατανάλωση και τις εξαγωγές. Συγχρόνως, όμως, όπως γράψαμε παραπάνω οι παραγωγοί δεν μπορούν να δεχτούν σήμερα τιμές μη βιώσιμες για το μέλλον των δικών τους εκμεταλλεύσεων. Στις δηλώσεις του ο Antonio Luque προέβλεψε πως τέλη Δεκεμβρίου οι τιμές θα υποχωρήσουν κι άλλο. Άρα, η σύγκρουση συμφερόντων είναι πραγματική και το επίπεδο ισορροπίας δύσκολο να επιτευχθεί.
Όλος αυτός ο «κουρνιαχτός» που σήκωσαν οι δημόσιες καταγγελίες θα βλάψει την καλή εικόνα και την φήμη του ελαιολάδου σε μια πολύ «ευαίσθητη» στιγμή, που η κατανάλωση θέλουμε να ανέβει ώστε να συγκρατήσει και τις τιμές.
– Αν τελικά, έστω και σιωπηρά, επαληθευθούν οι καταγγελίες του Antonio Luque τότε αυτό σημαίνει πως από το ισπανικό ισοζύγιο θα λείψουν αρκετές χιλιάδες τόνοι, η βιομηχανία θα βγεί να αγοράσει για να καλύψει το όποιο κενό και αυτό θα αποτυπωθεί στη ζήτηση και στις τιμές, ειδικά των λαμπάντε.
– Όλος αυτός ο «κουρνιαχτός» που σήκωσαν οι δημόσιες καταγγελίες θα βλάψει την καλή εικόνα και την φήμη του ελαιολάδου σε μια πολύ «ευαίσθητη» στιγμή, που η κατανάλωση θέλουμε να ανέβει ώστε να συγκρατήσει και τις τιμές.
Ποιά είναι η DC Coop (πρώην Hojiblanca)
Πρόκειται για συνεταιριστική επιχείρηση κολοσσό, που παράγει περί τους 200 χιλ. τόνους ελαιολάδων, με θυγατρικές και στις ΗΠΑ όπου οι πωλήσεις της αντιστοιχούν σε 200 εκ. € από το σύνολο των 635 εκ. € εξαγωγών της, σε ένα τζίρο 1,6 δις €. Αυτά για να μην υπάρξουν παρανοήσεις ότι βγήκε ένας αγροτοσυνδικαλιστής και είπε «λόγια του αέρα». Αντιθέτως έχουμε πραγματικά επιχειρηματικά συμφέροντα, ή αλλιώς, «είναι πολλά τα λεφτά Άρη/ Αντόνιο».