Η παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου θα μπορούσε να φτάσει τους 3,1 εκατομμύρια τόνους στην τρέχουσα ελαιοκομική περίοδο 2024/2025, ποσότητα που αντιπροσωπεύει αύξηση 27% σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA).
Στην τελευταία έκθεσή της για την παγκόσμια αγορά ελαιούχων και φυτικών ελαίων, το αμερικανικό υπουργείο αναφέρει πως αυτή η εξέλιξη για ανάκαμψη της παραγωγής έρχεται μετά από δύο περιόδους που μείωσαν σημαντικά την προσφορά παγκοσμίως και οδήγησαν σε επίπεδα ρεκόρ τις τιμές.
Το USDA σημειώνει ότι η συγκομιδή έχει ήδη ξεκινήσει στην περιοχή της Μεσογείου, όπου λαμβάνεται το μεγαλύτερο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής ελαιολάδου, και οι περισσότερες χώρες παραγωγής αναμένουν καλή συγκομιδή, αν και «οι τιμές είναι πιθανό να παραμείνουν υψηλές λόγω των χαμηλών αρχικών αποθεμάτων παγκοσμίως».
Όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, η έκθεση υπολογίζει σχεδόν 2 εκατομμύρια τόνους, έναντι 1,5 εκατομμυρίου στην προηγούμενη εκστρατεία και μόλις 1,4 εκατομμυρίου το 2022/2023.
Περίπου τα δύο τρίτα του ελαιολάδου της Ευρωπαϊκής Ένωσης παράγεται στην Ισπανία, όπου οι ευνοϊκές θερμοκρασίες και οι βροχοπτώσεις στις παραγωγικές περιοχές την άνοιξη και τον χειμώνα έχουν συμβάλει σε μια καλή σοδειά. Αύξηση της παραγωγής αναμένεται και σε Ελλάδα και Πορτογαλία χάρη στις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Ωστόσο, η παραγωγή της Ιταλίας, η οποία είχε μια σχετικά καλή χρονιά το 2023/2024, θα μειωθεί λόγω των καιρικών συνθηκών και της ξηρασίας και της ζέστης στις κύριες περιοχές παραγωγής στο νότο της χώρας.
Το USDA προβλέπει επίσης αύξηση της παραγωγής και σε άλλες μεσογειακές χώρες, όπως η Τουρκία ή η Τυνησία. Στην πρώτη αναμένονται 350.000 τόνοι ελαιολάδου, αριθμός σημαντικά υψηλότερος από τους 190.000 τόνους πέρυσι. Η Τυνησία θα παράγει 280.000 τόνους, έναντι 220.000 πέρυσι, ακολουθώντας μια ανοδική πορεία λόγω της επέκτασης και του εκσυγχρονισμού της βιομηχανίας.
Αντίθετα, δεν αναμένεται ανάκαμψη στο Μαρόκο, το οποίο για άλλη μια φορά έχει ταλαιπωρηθεί από δυσμενείς καιρικές συνθήκες και θα διατηρήσει όγκο παρόμοιο με αυτόν της προηγούμενης περιόδου, περίπου 110.000 τόνους (κάτω από τον μέσο όρο της τελευταίας πενταετίας, που είναι 167.000 τόνους).
Η βελτίωση της παραγωγής θα επιτρέψει αύξηση των εξαγωγών, που πραγματοποιούνται από τους κύριους εξαγωγείς (ΕΕ, Τυνησία και Τουρκία), ενώ αναμένεται επίσης σημαντική αύξηση της κατανάλωσης, αν και θα ανακάμψει με χαμηλότερο ρυθμό από την παραγωγή.
Όσον αφορά τις τιμές, το USDA επισημαίνει ότι «η έκταση των μειώσεων των τιμών κατά τη διάρκεια της εκστρατείας θα αμβλυνθεί από την ανάκαμψη της παγκόσμιας προσφοράς, η οποία, σύμφωνα με τις προβλέψεις, θα παραμείνει κάτω από το επίπεδο που βρισκόταν πριν την περίοδο 2022/2023».
Πηγή: agropopular.com olivenews.gr