Το βλέπουμε καθημερινά, το χρησιμοποιούμε καθημερινά, λίγοι μπορούν να φανταστούν το «αμαρτωλό» παρελθόν του.
Όλα ξεκίνησαν το 1979, όταν μια διαμάχη είχε αρχίσει να διαφαίνεται στα McDonald’s. Το ζήτημα αφορούσε ένα μικρό πλαστικό εργαλείο, που είχε ένα κουτάλι στη μία άκρη και το όνομα της εταιρείας μαζί με τα διάσημα χρυσά τόξα του brand, στην άλλη. Εκατομμύρια από αυτά τα κουτάλια βρίσκονταν στα εστιατόρια της εταιρείας σε όλη την Αμερική, και οι περισσότεροι τα χρησιμοποιούσαν για κάτι προφανές, να ανακατεύουν τον καφέ.
Όμως, άλλοι είχαν ανακαλύψει μια εναλλακτική χρήση: Τα κουτάλια αυτά θεωρούνταν ιδανικά για την «προετοιμασία» της χρήσης κοκαϊνης.
Η αντίθεση μεταξύ της οικογενειακής εικόνας του brand και της χρήσης του για κατανάλωση παράνομων ναρκωτικών άρχισε να γίνεται εμφανής τη δεκαετία του 1970, όταν χρήστες και έμποροι ναρκωτικών που επισκέπτονταν τα McDonald’s παρατήρησαν ότι τα κουτάλια του καφέ μπορούσαν να χωρέσουν αρκετή ποσότητα σκόνης για μία «δυνατή ρουφηξιά» και, με μήκος μόλις 5 ιντσών, ήταν αρκετά μικρά ώστε ο εκάστοτε χρήστης να τα μεταφέρει, και να τα χρησιμοποιήσει ξανά. Στην κουλτούρα των ναρκωτικών, το εργαλείο αυτό απέκτησε και το δικό του παρατσούκλι – ονομάστηκε «McSpoon».
Όλα έδειχναν υπό έλεγχο για το δημοφιλές brand, όσο το συγκεκριμένο φαινόμενο έμενε στο «σκοτάδι». Όχι για πολύ.
Τον Οκτώβριο του 1979, δημοσιεύτηκε ένα ρεπορτάζ από τη Μάρσια Κρέϊμερ, το οποίο περιέγραφε ένα ιδιωτικό πάρτι σε ένα loft στη Νέα Υόρκη, όπου οι καλεσμένοι υποδέχονταν ένα μεγάλο μπρούτζινο μπολ γεμάτο κοκαΐνη, το οποίο περιβαλλόταν από 20 κουτάλια McDonald’s. Οι καλεσμένοι μπορούσαν να πάρουν ένα κουτάλι και να κάνουν με αυτό, πράγματα που δεν είχαν καμία σχέση με το ανακάτεμα μιας ζεστής κούπας καφέ.
Οι αντιδράσεις
Η Τζόϋς Ναλίπκα, πρόεδρος της Ένωσης Γονέων για μια Νεολαία χωρίς Ναρκωτικά (ναι, υπήρξε τέτοιος οργανισμός), αναζήτησε τον πρόεδρο της εταιρείας εκείνης της εποχής, Έντουαρντ Σμιντ, για να τον ενημερώσει για το γεγονός, ότι το αθώο αναδευτήρι που σερβίρει το brand του, χρησιμοποιείται για ανίερους σκοπούς. Θρυλείται πως όταν έμαθε για το γεγονός ο Σμιντ, απάντησε: «ξέρετε, έχουμε 4.500 καταστήματα».΄Υπονοούσε πως δεν ήταν εφικτό να αντικαταστήσει άμεσα το εν λόγω προϊόν.
«Με ενδιαφέρει περισσότερο πόσα παιδιά έχετε. Θα το κάνατε αυτό για τα παιδιά μου, για τα παιδιά της Αμερικής;» τον ρώτησε η Ναλίπκα.
Ο Σμιντ δίστασε, όμως προχώρησε στην ενεργοποίηση ενός δύσκολου σχεδίου: Εισήγαγε νέα αναδευτήρια για τον καφέ, με επίπεδη επιφάνεια. Η εταιρεία απέκτησε ξαφνικά ένα τεράστιο πλεόνασμα σε «απαγορευμένα» κουτάλια, τα οποία διοχέτευσε εκτός ΗΠΑ, μέχρι εξαντλήσεως τους. Σίγουρα μια τέτοια κίνηση δεν μείωσε την κατανάλωση κοκαϊνης στις ΗΠΑ, αλλά κατάφερε να αποστασιοποιήσει το δημοφιλές brand από τα ναρκωτικά, και να προκαλέσει θετική δημοσιότητα.
Στο eBay
Το eBay είναι γεμάτο από αγγελίες πώλησης «συλλεκτικών» McSpoons, με τιμές που ξεκινάνε από 14 δολάρια, και φτάνουν στα 62 (!). Θέλουμε να πιστέψουμε πως αυτές οι αγγελίες στοχεύουν σε συλλέκτες βίντατζ αντικειμένων από τα 70s, με εμμονή στη συμμετρική παρουσίαση σε σκουριασμένα κάδρα.
Με πληροφορίες από Mentalfloss.