από το neakriti.gr
Οι παραγωγοί ξεκινούν τη συγκομιδή με την αβεβαιότητα της τιμής και με μεγάλες δυσκολίες στη διαχείριση του φυτικού κεφαλαίου λόγω κλιματικών συνθηκών
Με μια νέα πραγματικότητα φαίνεται ότι έρχονται αντιμέτωποι οι Κρήτες – και όχι μόνο – παραγωγοί ελαιολάδου, αλλά και όλοι όσοι εμπλέκονται στο κύκλωμα παραγωγής και διακίνησης του “υγρού χρυσού” της Κρήτης. Οι μόνοι που δεν έχουν αντιληφθεί αυτήν την πραγματικότητα είναι οι καταναλωτές, που εξακολουθούν να βλέπουν το ελαιόλαδο στο ράφι του σούπερ-μάρκετ σε υψηλές τιμές.
Η πραγματικότητα αυτή χαρακτηρίστηκε τις τελευταίες 15 μέρες από την πλευρά των παραγωγών και των εκπροσώπων τους ως «κατάρρευση τιμών παραγωγού» και «τεχνητή κρίση», ενώ από την πλευρά των “μεγάλων παικτών” της αγοράς χαρακτηρίζεται ως «διόρθωση» και «προσαρμογή στα νέα δεδομένα της αγοράς».
Απ’ όποια πλευρά κι αν το δει κανείς, στους Κρήτες παραγωγούς, που ακόμη καλά-καλά δεν έχουν μπει στην περίοδο συγκομιδής, δημιουργείται η εικόνα του παράδοξου, που οφείλεται σε δύο παράγοντες: το σύντομο χρονικό διάστημα της μεταβολής και τις δύσκολες κλιματικές συνθήκες, που δεν ευνόησαν φέτος ούτε μια μεγάλη παραγωγή, ούτε να φτάσει η όποια παραγωγή χωρίς σοβαρά προβλήματα και ζημιές στον χρόνο συγκομιδής. Δεν αναφέρεται μάλιστα πρώτη φορά ότι η Κρήτη, λόγω της παρατεταμένης ανομβρίας, αντιμετωπίζει πρόβλημα ακόμη και στο φυτικό κεφάλαιο, με αποτέλεσμα να τίθεται εν αμφιβόλω η μελλοντική παραγωγή για τα επόμενα 4 ή 5 χρόνια.
Όλα τα παραπάνω μαζί με τα μικρά αποθέματα και τη σχετικά αυξημένη ζήτηση θα περίμενε κανείς να στείλουν την τιμή παραγωγού σε επίπεδα που βρισκόταν τουλάχιστον τον περασμένο Ιανουάριο. Αυτή όμως είναι η εικόνα που αφορά ένα μικρό μέρος της παραγωγής (και της κατανάλωσης), όπως είναι η Κρήτη και κατ’ επέκταση η Ελλάδα, αφού οι τιμές παραγωγού εμφανίζουν πάντα μια σχετική ομοιομορφία σε εθνικό επίπεδο.
Η μεγάλη εικόνα σχηματίζεται από τα τεκταινόμενα σε όλη τη λεκάνη της Μεσογείου, όπου βρίσκονται οι χώρες με τη μεγαλύτερη παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου, και τις οποίες η δική μας παραγωγή και εμπορία ακολουθεί σε γενικές γραμμές, χωρίς δυνατότητα ιδιαίτερης διαφοροποίησης, καθώς μεγάλο μέρος της παραγωγής μπαίνει όπως στη χύμα αγορά (bulk) και όχι στην τυποποιημένη.
Ας ξεκινήσουμε από την Κρήτη, προκειμένου να σχηματίσουμε την εικόνα της φετινής παραγωγής αλλά και της διαμόρφωσης της τιμής:
Στο νησί μας, ορισμένες αρχικές εκτιμήσεις έκαναν λόγο για παραγωγή που θα ξεπεράσει τους 60.000 τόνους για τη σεζόν 2024-25, μετά από μια απογοητευτική σοδειά το 2023-24, όταν παρήχθησαν περίπου 30.000 τόνοι. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια προηγούμενων ελαιοκομικών περιόδων στην Κρήτη και άλλες παραγωγικές περιοχές παρατηρήθηκε ότι οι ευεργετικές φθινοπωρινές βροχές, που συμβάλλουν στην αύξηση της περιεκτικότητας των ελιών σε ελαιόλαδο, τελικά δεν ήρθαν, τουλάχιστον μέχρι πριν από λίγες ημέρες (μέσα Νοεμβρίου), με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να τηρούν στάση αναμονής για τη συγκομιδή, φοβούμενοι τόσο για την απόδοση του καρπού, αλλά κυρίως για τη ζημιά στο φυτικό κεφάλαιο με μια πρώιμη συγκομιδή. Το μείζον αυτό πρόβλημα της παρατεταμένης ανομβρίας, το υψηλό κόστος συγκομιδής, οι καιρικές συνθήκες την επόμενη χρονική περίοδο της συγκομιδής, σε συνδυασμό με τη διαφαινόμενη μεγάλη μείωση των τιμών παραγωγού, είναι μερικοί παράγοντες που μάλλον θέτουν εν αμφιβόλω την παραπάνω εκτίμηση.
Στο σύνολο της Ελλάδας, η εκτίμηση από τις αρχές του φθινοπώρου, σύμφωνα με τον κ. Μανόλη Γιαννούλη, επικεφαλής της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Ελαιολάδου (ΕΔΟΕ), είναι ότι η χώρα πιθανότατα θα παράξει 250.000 έως 280.000 τόνους ελαιολάδου, σχεδόν διπλάσια ποσότητα από πέρυσι. «Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι να παραμείνει ευνοϊκός ο καιρός έως τη συγκομιδή», σημείωσε ο κ. Γιαννούλης.
Μια προϋπόθεση που δεν τηρήθηκε, καθώς η καταπόνηση των ελαιώνων από τους παρατεταμένους καλοκαιρινούς καύσωνες και τη σημαντική έλλειψη νερού για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν εξασφαλίζει ούτε στο ελάχιστο τη συγκομιδή της παραπάνω ποσότητας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες και σύμφωνα με το ισπανικό δημοπρατήριο Oleista, μέση τιμή για την Ελλάδα για τις όποιες αγοραπωλησίες γίνονταν την εβδομάδα 11 έως 18 Νοεμβρίου ήταν 5,63 € ανά κιλό, με τάση καθόδου.
Η Ισπανία
Η Ισπανία αναμένεται ότι θα παράξει από 1,4 έως 1,5 εκατομμύρια τόνους ελαιολάδου κατά την περίοδο συγκομιδής 2024-25, καθώς ο υγρός περυσινός χειμώνας και η ήπια άνοιξη ευνόησαν τη μεγάλη παραγωγή, η οποία αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά μετά από δύο συνεχόμενες χρονιές με ιστορικά χαμηλές σοδειές, φέρνοντας ανακούφιση στους Ισπανούς παραγωγούς.
Σύμφωνα με τον Χουάν Βιλάρ, διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Vilcon, η Ισπανία αναμένεται να παράξει από 1,4 έως 1,45 εκατομμύρια τόνους κατά την περίοδο 2024-25, σε μια αναθεώρηση προς τα κάτω από την προηγούμενη εκτίμησή του για 1,65 εκατομμύρια τόνους. Ο Ντούσαν Καλιέβιτς, CEO της εταιρείας τροφίμων Filippo Berio Βόρειας Αμερικής, κινείται στα ίδια επίπεδα στην εκτίμησή του και περιμένει ότι η Ισπανία θα παράξει περίπου 1,5 εκατομμύρια τόνους.
«Ο χειμώνας ήταν ιδανικός», είπε ο Βιλάρ. «Δεν ήταν ούτε πολύ κρύος ούτε πολύ ζεστός, κάτι που είναι το καλύτερο για τα ελαιόδεντρα. Είχαμε πλούσια ανθοφορία στα δέντρα και, το πιο σημαντικό, είχαμε άφθονη βροχόπτωση τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο», πρόσθεσε. Ως αποτέλεσμα, τα αποθέματα νερού αυξήθηκαν σημαντικά στην Ισπανία, κάτι που βοήθησε ιδιαίτερα τους πολλούς μη αρδευόμενους ελαιώνες της χώρας.
Μετά από μια μέση παραγωγή 1,41 εκατομμυρίων τόνων κατά τις πέντε συγκομιδές πριν από το 2021-22, οι συνεχόμενες χρονιές ξηρασίας και υψηλών θερμοκρασιών την άνοιξη οδήγησαν σε μαζική απώλεια παραγωγής στην Ανδαλουσία, με αποτέλεσμα η ποσότητα λαδιού να φτάσει μόλις στους 665.800 τόνους το 2022-23 και στους 852.600 τόνους την επόμενη ελαιοκομική περίοδο 2023-24.
Σε επίπεδο τιμών, σύμφωνα με το υπουργείο Γεωργίας, Αλιείας και Τροφίμων της Ισπανίας, η χώρα ολοκλήρωσε την περίοδο 2023-24 με 186.303 τόνους αποθεμάτων ελαιολάδου. Ο Χουάν Βιλάρ επεσήμανε ότι οι διακυμάνσεις στις τιμές αντικατοπτρίζουν τις καιρικές συνθήκες. Αφού έφτασαν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα τον Ιανουάριο, οι τιμές για το έξτρα παρθένο, το παρθένο και το “λαμπάντε” ελαιόλαδο στη συνέχεια έπεσαν σημαντικά.
Η μεγαλύτερη πτώση σημειώθηκε τον Μάρτιο, όταν οι συνεχείς βροχοπτώσεις και οι εποχικές θερμοκρασίες δημιούργησαν εξαιρετικές συνθήκες για την ανθοφορία και την καρποφορία. Και φυσικά προσδοκίες για μεγάλη παραγωγή. Οι τιμές αυξήθηκαν σταθερά κατά την άνοιξη, καθώς οι πωλήσεις ελαιολάδου παρέμειναν υψηλές και τα ισπανικά αποθέματα μειώθηκαν.
Η περαιτέρω μείωση των τιμών το καλοκαίρι προήλθε καθώς επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις για μεγάλη καρπόδεση και απλά συγκρατήθηκαν στις αρχές του φθινοπώρου, λόγω ακραίων καιρικών συνθηκών.
Σημαντικές για τον καθορισμό τιμής του ισπανικού λαδιού είναι οι ημέρες που διανύουμε, καθώς στα μέσα Νοεμβρίου ξεκινά η ελαιοκομική περίοδος. Λίγο πριν οι τιμές, σύμφωνα με το InfaOliva, για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο βρίσκονται αυτή τη στιγμή στα 6,73 € ανά κιλό, 25% κάτω από τα υψηλά του Ιανουαρίου.
Η τιμή είναι μια ένδειξη αλλά όχι καθοριστική για τις νέες τιμές που θα ισχύσουν μετά από μερικές ημέρες στην Ισπανία, και όχι μόνο.
Σύμφωνα με το ισπανικό δημοπρατήριο Oleista, η μέση τιμή για την Ισπανία για τις όποιες αγοραπωλησίες γίνονταν την εβδομάδα 11 έως 18 Νοεμβρίου, ήταν 6,40 € ανά κιλό με τάση καθόδου, με τιμή αναφοράς πάντα για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο.
Η Ιταλία
Η ζέστη και η ξηρασία στον Νότο, σε συνδυασμό με τη «χαμηλή παραγωγική χρονιά» των ελαιοδέντρων, έχουν οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής ελαιολάδου στην Ιταλία κατά 30%.
Σύμφωνα με το Ιταλικό Ινστιτούτο Υπηρεσιών για την Αγροτική και Διατροφική Αγορά (Ismea), η συνολική παραγωγή εκτιμάται ότι θα μειωθεί στους 215.000 έως 235.000 τόνους. Μια πιο συγκρατημένη εκτίμηση από την Ιταλική Ένωση Βρώσιμου Ελαιολάδου (Assitol) προβλέπει απόδοση μόλις 200.000 τόνων.
Σύμφωνα με το Ismea, η σοδειά του 2023-24 έφτασε τους 328.000 τόνους, 32% μεγαλύτερη από την προβλεπόμενη παραγωγή για τη νέα περίοδο. Το Ismea προειδοποιεί ότι η Ιταλία κινδυνεύει να υποχωρήσει από τη δεύτερη στην πέμπτη θέση μεταξύ των κορυφαίων παραγωγών ελαιολάδου παγκοσμίως.
Η μείωση αποδίδεται κυρίως στην παρατεταμένη ξηρασία, η οποία επηρέασε έντονα τις νότιες περιοχές της Ιταλίας, ενώ η φετινή χρονιά είναι σε μεγάλο βαθμό μια «χαμηλή παραγωγική χρονιά» για τα ελαιόδεντρα.
Ούτε στην Ιταλία δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή καθορισμένες τιμές παραγωγού, ούτε επίσημα γίνεται κάποια αναφορά γι’ αυτές. Όμως θεματικά μέσα ενημέρωσης θεωρούν ότι η ιταλική αγορά, παρά τη μεγάλη προσφορά που αναμένεται από την Ισπανία και τις χαμηλότερες τιμές τυνησιακού ελαιολάδου (αναμένονται τιμές περί τα 4,5 ευρώ), είναι δύσκολο αλλά εφικτό να κρατήσει την τιμή κοντά στα 6 ευρώ.
Σύμφωνα με το ισπανικό Oleista, η μέση τιμή για την Ιταλία, για τις όποιες αγοραπωλησίες γίνονταν την εβδομάδα 5 έως 11 Νοεμβρίου, ήταν 8,90 € ανά κιλό με τάση καθόδου, με τιμή αναφοράς πάντα για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο.
Η Πορτογαλία
Η παραγωγή στην Πορτογαλία αναμένεται να φτάσει τους 190.000 τόνους, μετά από έναν βροχερό χειμώνα που αναπλήρωσε τους υδροφόρους ορίζοντες. Ωστόσο, η έλλειψη εργατικού δυναμικού παραμένει πρόκληση για πολλούς παραγωγούς.
Καθώς ξεκινά η συγκομιδή, οι ελαιοκαλλιεργητές και οι ελαιοτριβείς στην Πορτογαλία αναμένουν ότι η χώρα θα επιτύχει τη δεύτερη υψηλότερη παραγωγή ελαιολάδου για τη σοδειά 2024-25. Σύμφωνα με τη Μαριάνα Μάτος, γενική γραμματέα της Casa do Azeite, η Πορτογαλία αναμένεται να παράγει μεταξύ 170.000 και 190.000 τόνων ελαιολάδου φέτος. Εάν πραγματοποιηθεί αυτή η πρόβλεψη, η παραγωγή θα ξεπεράσει σημαντικά τον μέσο όρο πενταετίας των 146.060 τόνων, αν και θα παραμείνει κάτω από το ρεκόρ των 206.200 τόνων του 2021-22.
Στο ισπανικό δημοπρατήριο Oleista, η πορτογαλική αγορά έχει σταματήσει να δίνει τιμές από τα τέλη Σεπτεμβρίου. Τότε η μέση τιμή για τις όποιες αγοραπωλησίες γίνονταν την εβδομάδα 23 έως 29 Σεπτεμβρίου ήταν 9,50 € ανά κιλό με τάση καθόδου, με τιμή αναφοράς πάντα για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο.
Η Τουρκία
Οι Τούρκοι παραγωγοί προετοιμάζονται για μια εξαιρετική σοδειά. Αναμένουν μια συγκομιδή-ρεκόρ για τη σοδειά του 2024-25. Σύμφωνα με την επίσημη εκτίμηση που δημοσιεύτηκε από το Τουρκικό Εθνικό Συμβούλιο Ελιάς και Ελαιολάδου (UZZK), η φετινή παραγωγή ελαιολάδου θα ξεπεράσει τους 421.000 μετρικούς τόνους, που παρήχθησαν το 2022-23.
Στο καλό σενάριο, οι αρμόδιοι προβλέπουν μια συγκομιδή-ρεκόρ της τάξης των 475.000 τόνων. Ωστόσο, η έλλειψη βροχοπτώσεων θα μπορούσε να περιορίσει τη συνολική απόδοση.
«Η συγκομιδή ελαιολάδου εκτιμάται στους 475.000 τόνους», δήλωσε ο πρόεδρος του UZZK, Μουσταφά Ταν. «Αυτό ξεπερνά επίσης το ρεκόρ των 421.000 τόνων πριν από δύο χρόνια, το 2022-23».
Με την άρση της απαγόρευσης εξαγωγών χύμα ελαιολάδου της Τουρκίας, η αυξημένη παραγωγή αναμένεται να συμβάλει σημαντικά στην ενίσχυση των εξαγωγών, ιδιαίτερα καθώς η παγκόσμια ζήτηση για ελαιόλαδο παραμένει ισχυρή.
Σύμφωνα με το ισπανικό δημοπρατήριο Oleista, η μέση τιμή για το τουρκικό λάδι, για τις αγοραπωλησίες που γίνονται αυτήν την εβδομάδα 15 έως 21 Νοεμβρίου, αγγίζει τα 8,10 € ανά κιλό με τάση ανόδου, με τιμή αναφοράς πάντα για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο.
Η Τυνησία
Ο υπουργός Γεωργίας της Τυνησίας Ezzedine Ben Cheikh έχει προβλέψει ότι μέχρι το τέλος της σεζόν 2024-2025 θα παραχθούν 340.000 τόνοι ελαιολάδου, σε σύγκριση με τους 200.000 και 240.000 τόνους, αντίστοιχα, τα τελευταία δύο χρόνια. Η Τυνησία υποφέρει από χρόνια ελλείμματα και ο τομέας του ελαιολάδου αποτελεί μία από τις βασικές πηγές συναλλάγματος. Πέρυσι απέφερε 4,3 δισ. δηνάρια (1,38 δισ. δολάρια) έσοδα, ήτοι το 7% της αξίας των συνολικών εξαγωγών της χώρας, λόγω της εκτίναξης της τιμής του ελαιολάδου στην παγκόσμια αγορά.
Σύμφωνα με το ισπανικό Οleista η μέση τιμή για το τυνησιακό λάδι για τις αγοραπωλησίες που γίνονταν την εβδομάδα 28 Οκτωβρίου έως 3 Νοεμβρίου ήταν 6,93 € ανά κιλό με τάση καθόδου, με τιμή αναφοράς πάντα για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Αυτή τη στιγμή στο δημοπρατήριο δε γίνονται αγοραπωλησίες τυνησιακού ελαιολάδου, όπως συμβαίνει και για το πορτογαλικό.
Το “παζλ” που σχηματίζουν όλες οι παραπάνω πληροφορίες σαφώς και δε δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα του αύριο στην αγορά του ελαιολάδου, κυρίως στην Ελλάδα.
Μπορεί όμως να οδηγήσει σε κάποια ασφαλή συμπεράσματα:
1. Η αγορά βρίσκεται σε ένα μεταβατικό στάδιο, από το οποίο θα καθοριστεί η πολιτική τιμών για όλη την ελαιοκομική περίοδο.
2. Η μεταβατική περίοδος θα εξαρτηθεί και από τα αποθέματα τυποποιητών και εμπόρων που έχουν αγοραστεί σε υψηλές τιμές το προηγούμενο διάστημα.
3. Η Ισπανία, που επανέρχεται ως ηγέτιδα στην παραγωγή, θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό την τιμή που θα πληρωθεί ο παραγωγός σε όλη τη Μεσόγειο, αλλά και την τιμή που θα το αγοράσει ο καταναλωτής.
4. Η αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής από 3,2 έως 3,3 εκατομμύρια τόνους δεν αφήνει ψευδαισθήσεις στους παραγωγούς για τιμές όπως αυτές που απολάμβαναν στις αρχές του 2024. Η παραγωγή την αντίστοιχη περίοδο ήταν 2,4 εκατομμύρια τόνοι.
Φυσικά για τους Κρήτες παραγωγούς δεν είναι η καλύτερη περίοδος για να πουλήσουν το προϊόν τους. Ο καλύτερος σύμβουλος σε περιόδους όπως αυτή είναι η ψυχραιμία και η ενημέρωση.