Οσο πιο κοντά φτάνουμε στο άνοιγμα της αγοράς ελαιολάδων νέας εσοδείας, τόσο πιο ξεκάθαρες γίνονται οι προθέσεις των κρίκων της αλυσίδας παραγωγής. Οι μεν ελαιοκαλλιεργητές δεν θέλουν να καταρρεύσουν οι τιμές παραγωγού στα προ του 2023 και 2022 επίπεδα, διότι έχει μεσολαβήσει ο διπλασιασμός και, σε κάποιες περιοχές λόγω λειψυδρίας, ο τριπλασιασμός του κόστους παραγωγής. Είναι, δηλαδή, ζήτημα επιβίωσης της ελληνικής ελαιοκομίας μια σταδιακή προσαρμογή, βάσει του κόστους.
Οι δε βιομηχανίες και κυρίως οι μεγάλες, που ανήκουν σε πολυεθνικές εταιρείες με έδρα την Ισπανία και την Ιταλία, επιδιώκουν τη «βίαιη» διόρθωση τιμών, με μία τακτική που τις τελευταίες δύο εβδομάδες είναι εξόφθαλμη: Αποφεύγουν να αγοράσουν καινούργια ελαιόλαδα, παρά τις μικρές ποσότητες που ήδη έχουν διατεθεί προς πώληση από τους παραγωγούς. Σκοπός των βιομηχανιών είναι να δημιουργήσουν τεχνητό κλίμα μείωσης της ζήτησης, την ίδια στιγμή που τα αποθέματα του 2023/2024 έχουν φτάσει σε χαμηλά επίπεδα-ρεκόρ. Και βέβαια, είναι και οι καταναλωτές, οι οποίοι έχουν αποστασιοποιηθεί από το ελαιόλαδο τους τελευταίους μήνες και περιμένουν την αποκλιμάκωση των τιμών στο ράφι, για να το επαναφέρουν στο τραπέζι τους, χωρίς όμως να επιζητούν τη ζημιά των καλλιεργητών.
Οι βιομηχανίες που ανήκουν σε πολυεθνικές εταιρείες με έδρα την Ισπανία και την Ιταλία επιδιώκουν τη «βίαιη» διόρθωση τιμών αποφεύγοντας να αγοράσουν καινούργια ελαιόλαδα, παρά τις μικρές ποσότητες που ήδη έχουν διατεθεί προς πώληση
Παραμένει η εκτίμηση για παραγωγή 250.000 τόνων στην Ελλάδα
Στους 250.000 τόνους αναμένεται η φετινή ελαιοπαραγωγή στην Ελλάδα, η οποία είναι αυξημένη σε σχέση με πέρυσι. Αυτό, τόνισε, σε δηλώσεις του ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Διονύσης Σταμενίτης, η αρμοδιότητα του οποίου είναι η φυτική παραγωγή. Πέρσι η παραγωγή ανήλθε στους 155.000 τόνους. Την ίδια στιγμή, η επιστολή του προέδρου του ΣΑΣΟΕΕ, Γιώργου Κατσούλη, για τις καταστροφικές επιπτώσεις της ανομβρίας στον ελαιοκομικό τομέα, κατατέθηκε στη Βουλή υπό τη μορφή αναφοράς από τον βουλευτή Ηρακλείου και Υπεύθυνο ΚτΕ Αγροτικής Ανάπτηξης του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Μανόλη Χνάρη.
Σύμφωνα με τον Δρ Γεώργιο Ζακυνθινό, καθηγητή Τεχνολογίας, Ασφάλειας και Ανάπτυξης Λειτουργικών Τροφίμων και Υγειοπροστατευτικών Προϊόντων στη Δημόσια Υγεία, στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, η αγορά ελαιολάδου αντιμετωπίζει σημαντικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια της σεζόν 2024/2025, λόγω της αναμενόμενης ανάκαμψης της παραγωγής στην Ισπανία, τον μεγαλύτερο παραγωγό ελαιολάδου στον κόσμο, η οποία έχει παλέψει με ακραία ξηρασία τα τελευταία χρόνια.
Οι πρώτες εκτιμήσεις παραγωγής που προέρχονται από τη Μαδρίτη είναι μεταξύ 1,3 και 1,4 εκατομμυρίων τόνων, οι οποίοι, μετά από δύο πολύ δύσκολα χρόνια λόγω ξηρασίας, επαναφέρουν τους όγκους της Ιβηρικής σχεδόν στο κανονικό. Σχεδόν για όλους τους βασικούς ανταγωνιστές, ωστόσο, η ελαιοκομική περίοδος 2024/2025, που ξεκίνησε την 1η Οκτωβρίου, φαίνεται να είναι πιο άφθονη από την προηγούμενη, ξεκινώντας από την Τουρκία, που μπορεί να φτάσει τους 340.000 τόνους.
Οι προσδοκίες είναι, επίσης, πολύ θετικές για την Τυνησία και την Ελλάδα, ενώ ουσιαστική σταθερότητα εκτιμάται για την Πορτογαλία. Η μόνη μεγάλη χώρα παραγωγής που έρχεται σε αντίθεση με την τάση είναι η Ιταλία, για την οποία οι εκτιμήσεις την τοποθετούν σε όγκο λίγο πάνω από 220.000 τόνους, μειωμένες κατά 32% σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο 2023/2024.
Κομισιόν: Οι τιμές θα διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα για λίγους μήνες ακόμα
Με ανακοίνωσή της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει το περίγραμμα των προβλέψεών της για τη φετινή αγορά ελαιολάδου και, παράλληλα, ξεκινά να λειτουργεί στις Βρυξέλλες το «Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Αγοράς Ελαιολάδου και Επιτραπέζιων Ελιών». Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι «τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως ξηρασίες, πυρκαγιές και ασυνήθιστες θερμοκρασίες, έχουν πλήξει την παραγωγή ελιάς στην ΕΕ, με αποτέλεσμα η τελευταία σοδειά (23/24) να είναι μειωμένη κατά 24% σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, που διαθέτει η Κομισιόν, η παραγωγή ελαιολάδου στην ΕΕ για την περίοδο εμπορίας 2023/2024 ανήλθε σε 1,5 εκατ. τόνους. Η μείωση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον συνδυασμό δύο συνεχόμενων κακών παραγωγικών ετών, τα οποία είχαν αντίκτυπο σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού, εξαντλώντας τα αποθέματα και ανεβάζοντας τις τιμές σε επίπεδα ρεκόρ. Η Κομισιόν καταλήγει, λέγοντας ότι «οι προοπτικές για την περίοδο εμπορίας 2024/2025 φαίνονται πιο ελπιδοφόρες, με την παραγωγή ελαιολάδου να αναμένεται να επιστρέψει στα επίπεδα του μέσου όρου, ωστόσο, οι συνεχιζόμενες προκλήσεις θα διατηρήσουν πιθανότατα τις υψηλές τιμές για αρκετούς μήνες».
Για την έναρξη λειτουργίας του Παρατηρητηρίου, η Κομισιόν υποστηρίζει ότι «σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς μια πιο τεκμηριωμένη και προληπτική προσέγγιση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων του τομέα».
Η εικόνα των αποθεμάτων
Τα αποθέματα της Ισπανίας και της Ιταλίας έχουν εξαντληθεί σε σημαντικό βαθμό, με αποτέλεσμα να επαρκούν μετά βίας για την κάλυψη της συνεχιζόμενης ζήτησης, λέει ο Δρ. Ζακυνθινός και προσθέτει: «Γενικά, οι τρέχουσες τιμές παραμένουν υψηλές, λόγω των πολύ χαμηλών παγκόσμιων επιπέδων αποθεμάτων μετά τα δύο τελευταία χρόνια κακής συγκομιδής.
Αν και αναμένεται μερική μείωση της τιμής μέχρι τις αρχές του 2025, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι ο ρυθμός μείωσης θα μπορούσε να επιβραδυνθεί λόγω της υψηλής ζήτησης στις ασιατικές αγορές και της υπολειπόμενης προσοχής των καταναλωτών στην Ευρώπη, όπου ορισμένοι αγοραστές εξακολουθούν να στρέφονται σε εναλλακτικές λύσεις, όπως το ηλιέλαιο.
Οι τιμές χονδρικής αναμένεται να πέσουν πλησιέστερα στα 5 ευρώ ανά κιλό έως τις αρχές του 2025, με την προϋπόθεση σταθερών καιρικών συνθηκών και αποτελεσμάτων παραγωγής. Ο συνδυασμός της αυξανόμενης παγκόσμιας ζήτησης, των χαμηλών αποθεμάτων και της ανάκαμψης της παραγωγής υπογραμμίζει μια συγκρατημένη αισιοδοξία για σταθεροποίηση των τιμών», πιθανότατα από το 2025.
Χρειάζεται τόνωση της κατανάλωσης
Υπό το ενδεχόμενο απότομης διόρθωσης των τιμών παραγωγού, ο πρόεδρος της Επιστιμονικής Εταιρείας Εγκυκλοπέδιστών Ελαιοκομίας (4Ε), Βασίλης Ζαμπούνης, αναφέρει σε δήλωσή του: «Είναι περισσότερο αναγκαίο και επείγον από ποτέ η πολιτεία σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς να αναλάβουν δραστηριότητες τόνωσης της κατανάλωσης ελαιολάδου στην εσωτερική αγορά, αλλά και των εξαγωγών. Μόνο η επάνοδος της ζήτησης στα προ της κρίσης φυσιολογικά επίπεδα μπορεί να δώσει ώθηση να ανακάμψουν οι τιμές παραγωγού. Το ελαιόλαδο πρέπει να ξαναβρεί την ανταγωνιστικότητά του απέναντι στα πολύ φθηνότερα σπορέλαια και το ελληνικό προϊόν να αυξήσει τα μερίδιά του στις διεθνείς αγορές. Επίσης, η πολιτεία θα πρέπει να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα ενίσχυσης των ελαιοπαραγωγών μέσω της επανεξέτασης του κανονισμού λειτουργίας των Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ), ώστε να αποζημιώνονται οι ελαιοπαραγωγοί που πλήττονται από τα ακραία φαινόμενα ανομβρίας και ξηρασίας.
Παράλληλα, και επειδή κανείς δεν εγγυάται τη γρήγορη επάνοδο σε φυσιολογικές κλιματολογικές συνθήκες, θα πρέπει να ξεκινήσουν επενδύσεις σε τοπικά έργα για την εξοικονόμηση και την καλή αξιοποίηση του νερού. Αυτές οι συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης καθιστούν περισσότερο από ποτέ αναγκαία την ύπαρξη του Εθνικού Συμβουλίου Ελαιοκομίας».
Στα 6 ευρώ ξεκίνησε το λάδι στη Μεσσηνία
Με προβληματισμό παρακολουθούν τις εξελίξεις στον τομέα της παραγωγής ελαιολάδου στη Μεσσηνία. Ο Μιχάλης Αντωνόπουλος, πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Καλαμάτας, γεωτεχνικός και περιβαλλοντικός σύμβουλος, δηλώνει: «Αυτήν τη στιγμή, βρισκόμαστε στο αρχικό στάδιο και φαίνεται ότι η συνολική παραγωγή θα μπορέσει να ανταποκριθεί στην αγορά και στις απαιτήσεις της. Ήδη, το φρέσκο λάδι πωλείται με 6 ευρώ/κιλό, αλλά και πάλι για έναν που έχει καλή παραγωγή είναι καλή τιμή. Η ξηρασία έχει δημιουργήσει προβλήματα τόσο στην ποιότητα του ελαιολάδου όσο και στην απόδοση του ελαιοκάρπου. Δεν μπορούν να γίνουν προβλέψεις, γιατί υπάρχουν πολλοί αστάθμητοι παράγοντες, όπως ο καιρός».
Προβληματισμός για τα φράγματα
Συνεχίζοντας, ο κ. Αντωνόπουλος, με αφορμή τα προβλήματα της ξηρασίας, τονίζει: «Από τη μια πλευρά, παρακολουθούμε τις εξελίξεις με το Φιλιατρινό φράγμα, για το οποίο δαπανήθηκαν πολλά εκατομμύρια, αλλά χωρίς να έχουν διαμορφωθεί τα δίκτυα διανομής και το νερό να μένει παγιδευμένο.
Από την άλλη, είναι το Μιναγιώτικο, για το οποίο έχουν πει ξανά ότι θα ξεκινήσει η κατασκευή του. Τα δύο αυτά φράγματα είναι πολύ μεγάλου όγκου με δεδομένη πλέον την κλιματική αλλαγή, που καταγράφεται και αλλοιώνει όλα τα δεδομένα σε ό,τι αφορά τις βροχοπτώσεις. Έχω προτείνει την κατασκευή μικρών φραγμάτων συγκέντρωσης νερού, μικρού κόστους που θα στηρίξουν την παραγωγή. Ένα από αυτά είναι στην περιοχή της Πύλου, που έχει ανάγκη από άρδευση, και το άλλο στην περιοχή του Ταϋγέτου».
Σημαντική μείωση στην παραγωγή ελαιολάδου της Δυτικής Ελλάδας
Συνολική απώλεια στην παραγωγή ελαιολάδου, που ξεπερνά τους 23.000 τόνους (35%), αναμένεται για το έτος 2024 στην Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας, με το ποσοστό των ξερικών ελαιώνων να υπολογίζεται στο 80%-85%. Οι επιπτώσεις, όμως, από τη φετινή ανομβρία δεν φαίνεται να περιορίζονται μόνο στην τωρινή παραγωγή, αλλά ενδέχεται να επηρεάσουν και την παραγωγή της επόμενης χρονιάς.
Σύμφωνα με την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας και το έτος 2025 προβλέπονται μεγαλύτερα προβλήματα στην παραγωγή ελαιολάδου, καθώς η καταπόνηση των βλαστών από την τρέχουσα ανομβρία θα επηρεάσει την εξέλιξη της ανθοφορίας και, κατά συνέπεια, την παραγωγή της επόμενης χρονιάς. Οι βλαστοί που υπέστησαν έντονο στρες ή ξήρανση φέτος θα παρουσιάσουν μειωμένη παραγωγή την επόμενη χρονιά.
Οι ελάχιστες χειμερινές βροχοπτώσεις, σε συνδυασμό με τους παρατεταμένους θερινούς καύσωνες και τη συνεχιζόμενη ανομβρία, έχουν προκαλέσει σοβαρές ζημιές στην ηρτημένη παραγωγή ελαιοκάρπου και ελαιολάδου. Οι Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και των τριών περιφερειακών ενοτήτων, σε συνεργασία με γεωτεχνικούς, έχουν πραγματοποιήσει επανειλημμένες αυτοψίες στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές και διαπίστωσαν το σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας που έχει προκαλέσει έντονο υδατικό στρες σε χιλιάδες ελαιόδεντρα, ιδιαίτερα σε μη αρδευόμενες περιοχές.
Το φαινόμενο αυτό εκδηλώνεται με συρρίκνωση του ελαιοκάρπου, καρπόπτωση και εκτεταμένες ξηράνσεις των βλαστικών μερών.
Όπως υπογραμμίζει ο αρμόδιος αντιπεριφειάρχης, Ανδρέας Φίλιας, οι ζημιές είναι τόσο ποσοτικές όσο και ποιοτικές. Στην Περιφερειακή Ενότητα Αχαΐας, με περίπου 3.000.000 ελαιόδεντρα, η πλήρης δυνητική παραγωγή ήταν 12.000 τόνοι παρθένου ή έξτρα παρθένου ελαιολάδου. Αναμένεται παραγωγή περίπου 8.000 τόνων, δηλαδή μείωση τουλάχιστον κατά 33%.
Στην Περιφερειακή Ενότητα Αιτωλοακαρνανίας, με περίπου 6.200.000 ελαιόδεντρα, η πλήρης δυνητική παραγωγή ήταν 25.000 τόνοι παρθένου ή έξτρα παρθένου ελαιολάδου. Αναμένεται παραγωγή περίπου 16.000 τόνων, δηλαδή μείωση τουλάχιστον κατά 36%. Στην Περιφερειακή Ενότητα Ηλείας, με περίπου 11.000.000 ελαιόδεντρα, η πλήρης δυνητική παραγωγή ήταν 30.000 τόνοι παρθένου ή έξτρα παρθένου ελαιολάδου. Αναμένεται παραγωγή περίπου 20.000 τόνων, δηλαδή μείωση τουλάχιστον κατά 33%.
Επιπτώσεις στην ποιότητα
Αναφορικά με την ποιότητα, τονίζεται πως η συγκομιδή αφυδατωμένων καρπών θα προσδώσει αρνητικά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά στο ελαιόλαδο, επηρεάζοντας την ποιότητά του και τον χαρακτηρισμό του ως παρθένου ή έξτρα παρθένου.
Σύμφωνα με τον αντιπεριφερειάρχη, οι ελαιοπαραγωγοί πρέπει να στηριχθούν οικονομικά από την πολιτεία, διότι διαφορετικά θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια. «Ζητούμε άμεση οικονομική ενίσχυση και υποστήριξη των παραγωγών, καθώς και υλοποίηση μέτρων για τη βελτίωση των υποδομών άρδευσης για την πρόληψη παρόμοιων προβλημάτων στο μέλλον», τονίζει ο ίδιος.
Χρειάζονται έργα υποδομών στη Δυτική Αχαΐα
Οι επιπτώσεις της φετινής ανομβρίας συζητήθηκαν εκτενώς σε συνάντηση μεταξύ του αντιπεριφερειάρχη Αγροτικής Ανάπτυξης και του αντιδημάρχου Αγροτικής Ανάπτυξης, Κτηνοτροφίας και Αλιείας του Δήμου Δυτικής Αχαΐας, Γιώργου Βεσκούκη. Στη συνάντηση, εκτός από τα σοβαρά προβλήματα της ανομβρίας, τέθηκε, επίσης, επί τάπητος το έργο επέκτασης της διώρυγας του φράγματος Πηνειού στη Δυτική Αχαΐα, το οποίο βρίσκεται σε φάση μελετών.
Η επέκταση αυτή θεωρείται κρίσιμη για την άμβλυνση των προβλημάτων ύδρευσης και άρδευσης στην περιοχή, με στόχο τη στήριξη της ελαιοπαραγωγής και της γεωργικής παραγωγής γενικότερα. «Ζητήσαμε ενίσχυση, καθώς, ως κατεξοχήν αγροτική περιοχή, θα πρέπει η περιφέρεια, στο πλαίσιο στήριξης των ανθρώπων του πρωτογενούς τομέα, να στηρίξει τους παραγωγούς της Δυτικής Αχαΐας, οι οποίοι λόγω των κλιματικών συνθηκών έχουν υποστεί σημαντική ζημία», υπογραμμίζει ο κ. Βεσκούκης.
ΙΣΠΑΝΙΑ
Στα 3,43-4,61 ευρώ/κιλό το κόστος παραγωγής για ξηρικό ελαιώνα
Σε συνεδρίαση της Ομάδας Πολιτικού Διαλόγου της Κομισιόν για το ελαιόλαδο και την επιτραπέζια ελιά, στις Βρυξέλλες, παρουσιάστηκε αναλυτικά μια μελέτη ανάλυσης του κόστους παραγωγής του ελαιολάδου στην Ισπανία, την οποία έχει «στα χέρια της», κατ’ αποκλειστικότητα, η «ΥΧ». Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, που συμπεριέλαβε όλα τα συστήματα καλλιέργειας της ελιάς:
- Τα δεδομένα δείχνουν ότι το κόστος παραγωγής είναι σημαντικά υψηλότερο στις παραδοσιακές ξηρικές καλλιέργειες, με κόστος από 3,43 έως 4,61 ευρώ/κιλό ελαιολάδου.
- Το υπερεντατικό αρδευόμενο σύστημα (O.S.) είναι το πιο αποδοτικό, με κόστος 2,05 ευρώ/κιλό.
Αυξήσεις στο κόστος
Οι Ισπανοί ερευνητές παρατηρούν ότι από το 2020 έως το 2023 υπάρχει συνολική αύξηση του κόστους παραγωγής κατά 32,2%. Συγκεκριμένα:
- Εισροές: Αύξηση κατά 71%
- Εργατικό κόστος: Αύξηση κατά 9%
- Ενεργειακό κόστος: Αύξηση κατά 39%
Τέλος, αναφέρεται ότι το αρχικό κόστος εγκατάστασης είναι υψηλότερο στις αρδευόμενες υπερεντατικές καλλιέργειες, φτάνοντας τα 8.776 ευρώ/εκτάριο, ενώ στις εντατικές ξηρικές καλλιέργειες είναι αρκετά χαμηλότερο, περίπου 2.760 ευρώ/εκτάριο. Συνολικά, η μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη για στρατηγικές επενδύσεις και τη μετάβαση σε πιο σύγχρονα και αποδοτικά συστήματα καλλιέργειας, ώστε να εξασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα της ισπανικής ελαιοκομίας στην παγκόσμια αγορά. Θα είχε, φυσικά, ενδιαφέρον να υπάρξει μια τέτοια μελέτη και για την ελληνική αγορά, ιδιαίτερα για την περίοδο από το 2020 και μετά.