Στο πρώτο μέρος, σημειώνονται και αναλύονται οι εκτεταμένες αλλά και «δραματικές» αλλαγές στο δημογραφικό, ανάλογα με τον προσδιορισμό -βάσει των οικονομικών δεικτών- χωρών, ενώ το δεύτερο μέρος καλύπτει τις οικονομικές επιπτώσεις από την αλλαγή των δημογραφικών δεδομένων παγκοσμίως.
Ο πλανήτης υφίσταται εκτεταμένες δημογραφικές αλλαγές, οι οποίες επιβραδύνουν την οικονομική ανάπτυξη και αυξάνουν το δημόσιο χρέος, μεγαλώνοντας τον κίνδυνο μεσοπρόθεσμης χρηματοπιστωτικής αστάθειας και συγκρούσεων για την κατανομή των πόρων σε πολλές προηγμένες οικονομίες, ενώ αυξάνουν την πολιτική και οικονομική αστάθεια σε πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες που χαρακτηρίζονται από χαμηλά εισοδήματα. Οι διαφορετικές δημογραφικές εξελίξεις σε όλο τον κόσμο δημιουργούν οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις. Οι προηγμένες οικονομίες (με υψηλά εισοδήματα) χαρακτηρίζονται από πολύ αργή αύξηση του πληθυσμού, στασιμότητα των πληθυσμιακών επιπέδων ή ακόμη και απόλυτη μείωση του πληθυσμού, με την Ιαπωνία το 2011 να βιώνει την πρώτη μείωση των πληθυσμιακών της επιπέδων. Αυτό σε απόλυτους αριθμούς έχει οδηγήσει , σε ορισμένες περιπτώσεις, σε μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας. Στο μεταξύ, οι χώρες ανώτερου και μεσαίου εισοδήματος υφίστανται πολύ παρόμοιες δημογραφικές αλλαγές, αν και υπολείπονται των προηγμένων οικονομιών κατά μία ή δύο δεκαετίες.
Ωστόσο, οι δημογραφικές τους μεταβάσεις είναι συχνά ταχύτερες, κυρίως λόγω της ταχείας μείωσης των ποσοστών γονιμότητας, η οποία οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της οικονομικής ευημερίας, στην άνοδο του επιπέδου εκπαίδευσης, στις αλλαγές στις πολιτισμικές αντιλήψεις και στο υψηλότερο κόστος ανατροφής των παιδιών, παρά τα αυξημένα επίπεδα εισοδήματος. Αντίθετα, οι οικονομίες χαμηλού εισοδήματος και πολλές οικονομίες με χαμηλότερο και μεσαίο εισόδημα (αναπτυσσόμενες) εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται από ταχεία αύξηση του πληθυσμού και ταχεία αύξηση του αριθμού των ατόμων σε ηλικία εργασίας.
- Ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε από 2,4 δισεκατομμύρια το 1950 σε περισσότερα από 8 δισεκατομμύρια το 2023. Στο μεσοπρόθεσμο σενάριο, τα Ηνωμένα Εθνη προβλέπουν ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα φτάσει στα 10,3 δισεκατομμύρια περίπου το 2080 και θα παραμείνει πάνω από τα 10 δισεκατομμύρια για το υπόλοιπο της δεκαετίας.
- Το ποσοστό γονιμότητας (ή αντικατάστασης) περιγράφει τον αριθμό των παιδιών που πρέπει να αποκτήσει μια γυναίκα για να «αντικαταστήσει» τον εαυτό της γεννώντας μία κόρη, ήτοι περίπου 2,1 παιδιά ανά γυναίκα. Ενα ποσοστό γονιμότητας μικρότερο από 2,1 θα οδηγήσει σε μείωση του πληθυσμού μακροπρόθεσμα. Δεκαετίες με ποσοστά γονιμότητας κάτω από την αναπλήρωση στις προηγμένες οικονομίες έχουν αρχίσει να μεταφράζονται σε στάσιμα επίπεδα πληθυσμού ή σε απόλυτη μείωση του πληθυσμού.
- Αλλες χώρες βιώνουν πληθυσμιακή μείωση λόγω μαζικής μετανάστευσης εξαιτίας οικονομικών κρίσεων, εμφύλιου πολέμου ή εξωτερικών ένοπλων συγκρούσεων, όπως η Συρία (μέχρι πρόσφατα) και η Βενεζουέλα. Η Ουκρανία, η οποία ήδη αντιμετώπιζε δημογραφικές προκλήσεις πριν από την πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή το 2022, έχει χάσει περίπου 6-7 εκατομμύρια ανθρώπους, λόγω της φυγής των Ουκρανών από τον πόλεμο.
Οι παγκόσμιες δημογραφικές ισορροπίες θα συνεχίσουν να αλλάζουν δραματικά, με τις προηγμένες και τις αναδυόμενες οικονομίες να γερνούν με ταχείς ρυθμούς στο πλαίσιο μιας αργής αύξησης, στασιμότητας ή ακόμη και μείωσης του πληθυσμού και τις αναπτυσσόμενες οικονομίες να παρουσιάζουν ταχεία αύξηση. Σχεδόν όλες οι προηγμένες οικονομίες, όπως αυτές της Ανατολικής Ασίας και τμήματα της Ευρώπης, έχουν ποσοστά γονιμότητας κάτω από το επίπεδο αναπλήρωσης, γεγονός που -χωρίς σημαντική μετανάστευση- θα οδηγήσει ή έχει οδηγήσει σε στασιμότητα ή μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας. Εν τω μεταξύ, η Βόρεια και η Λατινική Αμερική θα καταγράψουν μέτριες αυξήσεις στην πληθυσμιακή αύξηση κατά το επόμενο τέταρτο του αιώνα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΟΗΕ. Αντίθετα, η Αφρική, συμπεριλαμβανομένων της Βόρειας Αφρικής και της Δυτικής Ασίας, μια περιοχή στην οποία κυριαρχούν χώρες με χαμηλό εισόδημα και χαμηλότερο μεσαίο εισόδημα, θα σημειώσει σημαντική αύξηση τις επόμενες δεκαετίες, συμπεριλαμβανομένης της απότομης αύξησης του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας. Συνοπτικά, όλες οι περιοχές του κόσμου, εκτός από την Αφρική, τη Δυτική Ασία και τη Νότια Ασία, θα βιώσουν μείωση του πληθυσμού κατά τις επόμενες δύο γενιές.
- Τα ποσοστά γονιμότητας έχουν μειωθεί σχεδόν παντού τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών υψηλού, μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος. Στις χώρες χαμηλού εισοδήματος, το ποσοστό γονιμότητας είναι 4,6 παιδιά ανά γυναίκα, στις χώρες μεσαίου εισοδήματος 2,1 (που κυμαίνεται από 2,6 στις χώρες χαμηλότερου μεσαίου εισοδήματος έως 1,5 στις χώρες ανώτερου μεσαίου εισοδήματος) και 1,5 στις χώρες υψηλού εισοδήματος. Γεωγραφικά, το μέσο ποσοστό γονιμότητας των αφρικανικών χωρών είναι πάνω από 4, κυμαινόμενο από 6,6 στον Νίγηρα έως 2,3 στη Νότια Αφρική. Αντίθετα, τα ποσοστά γονιμότητας είναι κάτω από την αναπλήρωση στην Ασία (1,9), τη Βόρεια Αμερική (1,8) και την Ευρώπη (1,5). Στην Ασία, το ποσοστό κυμαίνεται από 2,9 στην Κεντρική Ασία έως 1,2 στην Ανατολική Ασία.
- Μέχρι το 2050, ο πληθυσμός της Υποσαχάριας Αφρικής θα είναι 2,1 δισεκατομμύρια (έναντι 1,2 δισεκατομμυρίων σήμερα), της Λατινικής Αμερικής 730 εκατομμύρια (660 εκατομμύρια σήμερα), της Βόρειας Αμερικής 430 εκατομμύρια (390 εκατομμύρια σήμερα), της Νότιας Ασίας 2,5 δισεκατομμύρια (2,1 δισεκατομμύρια σήμερα), της Δυτικής Ευρώπης 112 εκατομμύρια (125 εκατομμύρια σήμερα), της Βόρειας Αφρικής 370 εκατομμύρια (270 εκατομμύρια σήμερα) και της Ανατολικής Ασίας 1,5 δισεκατομμύριο (1,7 δισεκατομμύρια σήμερα).
- Ο συνολικός δείκτης γονιμότητας σε ένα συγκεκριμένο έτος ορίζεται ως ο αριθμός των παιδιών που θα γεννιόταν από κάθε γυναίκα εάν ζούσε μέχρι το τέλος της αναπαραγωγικής της ηλικίας και γεννούσε παιδιά σε ευθυγράμμιση με τους επικρατούντες κατά ηλικία δείκτες γονιμότητας. Με άλλα λόγια, το ποσοστό γονιμότητας είναι μια μη εκτιμώμενη μεταβλητή.