Αμοιβή ελαιοτριβείου στη Λέσβο
Στη Λέσβο έχει επικρατήσει τα ελαιοτριβεία να αμείβονται για υπηρεσίες έκθλιψης με χρηματικό ποσό, με βάση προκαθορισμένη τιμή ανά μονάδα βάρους ελαιοκάρπου. Η πληρωμή του ελαιοτριβείου με ποσοστό από το παραγόμενο ελαιόλαδο, ως εκθλιπτικό δικαίωμα, στη Λέσβο είναι άγνωστη.
Εντούτοις, η μέθοδος της χρηματικής αμοιβής, τουλάχιστον στη Λέσβο, φέρει ένα σημαντικό μειονέκτημα. Κατά έναν όχι δυσεξήγητο τρόπο, που έρχεται από το βαθύ παρελθόν, μάλλον επικρατεί ως κανονικότητα το ελαιοτριβείο να εξοφλείται όταν ο παραγωγός πουλήσει το λάδι, πράγμα που μπορεί να γίνει σε ένα ή και σε περισσότερα χρόνια.
Γίνεται κατανοητό ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το γεγονός μπορεί να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα ρευστότητας στην επιχείρηση ή στον συνεταιρισμό. Εννοείται ότι τούτο αφορά
σε παραγωγούς που αφήνουν την παραγωγή τους για φύλαξη στο ελαιοτριβείο. Εδώ, πρέπει να πούμε ότι κατά κανόνα στη Λέσβο οι παρεχόμενες υπηρεσίες από το ελαιοτριβείο στον παραγωγό δεν περιορίζονται μόνο στην έκθλιψη του ελαιοκάρπου.
Πρόκειται για παροχή συστήματος υπηρεσιών, διάρκειας ετήσιου κύκλου, βάσει των οποίων οικοδομείται ιδιαίτερη σχέση μεταξύ του ελαιοτριβέα, συνεταιρισμού ή και ιδιώτη, με τον παραγωγό. Στις υπηρεσίες περιλαμβάνονται:
• Η παροχή μέσων συσκευασίας του ελαιοκάρπου για τη μεταφορά του από το χωράφι.
• Η μεταφορά του από το χωράφι.
• Η φύλαξη του παραγόμενου ελαιολάδου στο εργοστάσιο.
• Η φροντίδα για διατήρηση κατάλληλων συνθηκών αποθήκευσης.
• Η παραλαβή του, τμηματικά ή στο σύνολό του, από τον παραγωγό στον χρόνο που αυτός
επιθυμεί, για πώληση από τον ίδιο ή για ιδιοκατανάλωση.
• Η πώληση του λαδιού από τον συνεταιρισμό ή την επιχείρηση, κατ’ εντολή του παραγωγού.
• Άλλες υπηρεσίες, κατά περίπτωση. Κάποιες, ακόμη και φοροτεχνικού χαρακτήρα.
Να σημειωθεί ότι για τις περισσότερες από τις ως άνω υπηρεσίες δε χρεώνεται επιπλέον των εκθλιπτικών ο παραγωγός.
Στη Λέσβο, το ήπιο μεσογειακό μικροκλίμα της και οι ανθεκτικές στον χειμώνα ποικιλίες της κολοβής και αδραμυτιανής, που επικρατούν, επέτρεψαν παραδοσιακά την επέκταση της συγκομιδιστικής περιόδου μέχρι και τον Μάρτιο. Η χρονική άνεση για τη συγκομιδή και η παλαιότερα επικρατούσα λαθεμένη αντίληψη, ότι η παραμονή του καρπού στο δένδρο, ακόμη και μετά την ωρίμανσή του, αυξάνει την απόδοση σε λάδι, οδηγούσε σε τμηματική συγκομιδή, μετά από καρποπτώσεις και επομένως σε σχηματισμό μικρών παρτίδων ελαιοκάρπου. Η καθυστέρηση της συγκομιδής οδηγούσε βέβαια στην ποιοτική υποβάθμιση των παραγόμενων ελαιολάδων.
Πρόκειται για τη βασική αιτία που ακόμη και σήμερα παραμένει αξιόλογο το ποσοστό του παραγόμενου στη Λέσβο ελαιολάδου που δεν ταξινομείται στα εξαιρετικά παρθένα. Αν και η τάση αυτή, προϊόντος του χρόνου, έχει περιοριστεί δραστικά και συνεχίζεται να περιορίζεται, δηλαδή, αν και η συγκομιδιστική ένταση εντοπίζεται πλέον από μέσα Νοεμβρίου ως αρχές Ιανουαρίου, υπήρξε η κύρια αιτία να αποκλειστεί από τη Λέσβο η χρήση ποσοστού ελαιολάδου ως εκθλιπτικό δικαίωμα.
Είναι φανερό, ότι ο σημαντικά μεταβαλλόμενος αριθμός μικρών παρτίδων – οι μικρές παρτίδες μειώνουν την απόδοση του ελαιοτριβείου και αυξάνουν το κόστος παραγωγής – αλλά και το επίμονα εκτεταμένο φάσμα ποιοτήτων των παραγόμενων ελαιολάδων, άρα και η έντονη διακύμανση της εμπορικής αξίας αυτών από την εκάστοτε τρέχουσα για τα εξαιρετικά έως σχεδόν μηδενική αξία για τα πολύ υψηλής οξύτητας, διαμόρφωναν και διαμορφώνουν ένα χαοτικό πλαίσιο που απέτρεψε την επιλογή αμοιβής του ελαιοτριβείου με ποσοστό ελαιολάδου.
Έτσι, στη Λέσβο επικράτησε καθολικά το σύστημα πληρωμής του ελαιοτριβείου με χρηματικό ποσό ως δικαιότερο τόσο για τον ελαιοτριβέα, όσο και για τον παραγωγό.
Το παρόν άρθρο αποτελεί προϊόν αναδημοσίευσης του αντίστοιχου άρθρου του τεύχους 95 του περιοδικού “Ελιά και Ελαιόλαδο”.
Γράφει ο Ηλίας Πολυχνιάτης, Χημικός και σύμβουλος του Συλλόγου Ελαιοτριβέων Λέσβου, μέλος της 4Ε