«Λάμπει ο ήλιος στα βουνά, λάμπει και στα λαγκάδια, λάμπει και στ’ Αρκουδόρεμα, στο έρμο Λιμποβίσι, οπού είν’ οι κλέφτες οι πολλοί, οι Κολοκοτρωναίοι. Φορούν τα πόσια τα χρυσά, τις ασημοπαλάσκες, τις πέντ’ αράδες τα κουμπιά, τις έξι τα τσαπράζια. Αυτοί δεν καταδέχονται τη γης να την πατήσουν. Καβάλα παν’ στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε, καβάλα παίρν’ αντίδερο απ’ του παπά το χέρι. Ρίχνουν φλουριά στην Παναγιά, φλουριά και στους αγίους, και στον αφέντη το Χριστό τις ασημένιες πάλες». Αυτοί είναι οι στίχοι ενός μοραΐτικου τραγουδιού που δείχνει ως πατρίδα των Κολοκοτρωναίων, το Λιμποβίσι Αρκαδίας.
Η αλήθεια είναι πως μέχρι και σήμερα, αρκετές περιοχές της Αρκαδίας και της Μεσσηνίας διεκδικούν τον τίτλο της ιδιαίτερης πατρίδας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Αλλά φαίνεται πως το ερημωμένο Λιμποβίσι, είναι εκείνο που έθρεψε 12 γενιές Κολοκοτρωναίων. Εξάλλου λέγεται πως ο Κολοκοτρώνης κατά την εξέτασή του στο δικαστήριο, όταν ρωτήθηκε από τον Πρόεδρο από πού κατάγεται, απάντησε χωρίς δισταγμό από το Λιμποβίσι.
Πρόκειται για ένα ιστορικό χωριό, που είναι φωλιασμένο μέσα στο ελατοδάσος του Μαινάλου και στις απότομες χαράδρες του, σε υψόμετρο περίπου 1.200 μέτρων. Κι αν η γεωγραφική του θέση ακούγεται συναρπαστική, στην πραγματικότητα το κατέστησε απρόσιτο σε εποχές που δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα, ενώ και η ίδια η γη ήταν άγονη για καλλιέργειες. Έτσι, σταδιακά μετά την Ελληνική Επανάσταση, οι κάτοικοί του το εγκατέλειψαν για να σταματήσει ο χρόνος στο χωριό, οριστικά το 1880, οπότε και ερήμωσε.
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας, το Λιμποβίσι γνώρισε μεγάλη ακμή, ενώ το δυσπρόσιτο σημείο που ήταν χτισμένο, το κατέστησε κέντρο της κλεφτουριάς. Σε αυτό το χωριό, λοιπόν, έφτασε γύρω στα 1536, κυνηγημένος από τους Τούρκους, ο γενάρχης των Κολοκοτρωναίων Τριανταφυλλάκος Τσεργίνης από το Ρουπάκι, στα σημερινά σύνορα Μεσσηνίας-Αρκαδίας. Το άσβεστο πάθος του γενάρχη για τη λευτεριά, πέρασε στο DNA των επόμενων γενιών της οικογένειας.
Μάλιστα, στα Ορλωφικά, ο Κωνσταντής Κολοκοτρώνης, πατέρας του Θεόδωρου, πολέμησε γενναία εναντίον των Οθωμανών και εξελίχθηκε σε ηγετική μορφή των Ελλήνων, βρίσκοντας τραγικό θάνατο, με τους Μπαρδουνιώτες (Μουσουλμάνοι Αρβανίτες) να τον αποκεφαλίζουν και να πετάνε το κεφάλι του σε μία τρύπα. Ο «Γέρος του Μοριά» ήταν 10 χρονών, όταν είδε τον πατέρα του να πέφτει ηρωικά νεκρός και το σπίτι τους στο Λιμποβίσι να καταστρέφεται ολοσχερώς από τους εχθρούς.
Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, αν και μετά τον θάνατο του πατέρα του, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στον πύργο της Καστάνιτσας, στο χωριό του βρήκε αργότερα σημαντική στήριξη από τους Λιμποβισιότες σε κρίσιμες στιγμές της Επανάστασης του 1821.
Στο σήμερα, στο Λιμποβίσι δεν υπάρχει ζωή, αν και εδώ και χρόνια λειτουργεί ένα καφενείο με παραδοσιακά προϊόντα, που υποδέχεται τους επισκέπτες που καταφτάνουν στον ερημωμένο ιστορικό τόπο για να έρθουν σε μια πρώτη επαφή με τον Κολοκοτρώνη. Άλλωστε, πλέον λειτουργεί σε ένα αναστηλωμένο κτήριο το μουσείο της οικογένειας και της Ελληνικής Επανάστασης.
Βρίσκεται, ακριβώς δίπλα στο σημείο που ήταν το πατρικό σπίτι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και αρχιτεκτονικά, είναι ένα αντίγραφο αυτού. Επίσης εκτός από το μουσείο, έχει αναστηλωθεί και η διπλανή εκκλησία του Ιωάννη Προδρόμου.
Πέρα, από την ιστορικότητά του, το μέρος ξεχωρίζει σίγουρα και για την φυσική του ομορφιά, με τους επισκέπτες να γίνονται μάρτυρες ενός καταπράσινου, ανέγγιχτου σκηνικού που συναντά
ς μόνο στις πολύ ορεινές γωνιές της Ελλάδας. Εδώ, γίνεσαι ένα με την ιστορία και την αρκαδική φύση και το μόνο που μπορεί να αποσπάσει την προσοχή σου, είναι ο ήχος των γάργαρων νερών.