Η πώληση που έλαβε το πράσινο φως του δικαστηρίου στο Ντελαγουέρ υπόκειται ακόμη σε όρους ολοκλήρωσης. Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, μια ομάδα δανειστών αγοράζει το εμπορικό σήμα της Tupperware και διάφορα λειτουργικά περιουσιακά στοιχεία έναντι 23,5 εκατομμυρίων δολαρίων σε μετρητά και περισσότερων από 63 εκατομμυρίων δολαρίων σε ελάφρυνση χρέους. Η συμφωνία αυτή θα σηματοδοτήσει μια νέα ημέρα για την εμβληματική κατεσκευάστρια των τάπερ.
Η Tupperware συμφώνησε για την εξαγορά από τον δανειστή της την περασμένη εβδομάδα, αλλάζοντας τον προηγούμενο προγραμματισμένο πλειστηριασμό περιουσιακών στοιχείων. Η εταιρεία δήλωσε ότι αναμένει να λειτουργήσει ως The New Tupperware Co. μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας.
Στο μέλλον, οι πελάτες στις ”κύριες παγκόσμιες αγορές” θα μπορούν να αγοράζουν προϊόντα Tupperware στο διαδίκτυο και μέσω του δικτύου ανεξάρτητων συμβούλων πωλήσεων της μάρκας που λειτουργεί εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο η νέα εταιρεία πρόκειται να ”ανοικοδομηθεί με νοοτροπία νεοφυούς επιχείρησης”, δήλωσε η Tupperware.
Tupperware: Η τρομερή άνοδος και η απότομη πτώση πριν την ανάκαμψη
Η Tupperware έφερε μια επανάσταση στην αποθήκευση τροφίμων, με τις ρίζες της μάρκας να χρονολογούνται από την αποστολή της μετά τον Β′ Παγκόσμιο Πόλεμο να βοηθήσει τις οικογένειες να εξοικονομήσουν χρήματα από τη σπατάλη τροφίμων σε συσκευές αποθήκευσης που κλείνουν μ′ ένα αεροστεγές καπάκι. Τα πλαστικά σκεύη κουζίνας γνώρισαν απίθανη ανάπτυξη στα μέσα του 20ου αιώνα, κυρίως με την άνοδο των άμεσων πωλήσεων μέσω των «πάρτι Tupperware».
Τα πάρτι που διοργανώθηκαν για πρώτη φορά το 1948, προωθήθηκαν ως ένας τρόπος, ιδίως για τις γυναίκες, να κερδίζουν συμπληρωματικό εισόδημα πουλώντας τα δοχεία σε φίλους και γείτονες. Το σύστημα λειτούργησε τόσο καλά που η Tupperware τελικά απέσυρε τα προϊόντα της από τα καταστήματα.
Τις επόμενες δεκαετίες, η σειρά Tupperware επεκτάθηκε για να συμπεριλάβει δοχεία, ποτήρια ζέσεως, πιάτα για κέικ και κάθε είδους εργαλεία. To τάπερ έγινε βασικό στοιχείο στις κουζίνες, πρώτα όλης της Αμερικής και τελικά και στις υπόλοιπες χώρες. Όμως η μάρκα δυσκολεύτηκε να παραμείνει στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια.
Ένα ξεπερασμένο επιχειρηματικό μοντέλο και ο αυξανόμενος ανταγωνισμός συνέβαλαν σε ορισμένες από τις προκλήσεις της εταιρείας. Κατά την υποβολή αίτησης πτώχευσης τον περασμένο μήνα, η Tupperware με έδρα τη Φλόριντα σημείωσε ότι οι καταναλωτές απομακρύνονταν από τις απευθείας πωλήσεις, οι οποίες αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των πωλήσεων της μάρκας, και προτιμούσαν όλο και περισσότερο τα γυάλινα δοχεία έναντι των πλαστικών.
Ενώ οι πωλήσεις βελτιώθηκαν κάπως κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της πανδημίας COVID-19, όταν οι καταναλωτές μαγείρευαν και έτρωγαν περισσότερο στα σπίτια τους, η Tupperware είδε μια συνολική σταθερή πτώση με την πάροδο των ετών. Η Rubbermaid, η OXO και ακόμη και τα ανακυκλωμένα δοχεία φαγητού σε πακέτο της στέρησαν πελάτες – όπως και οι συσκευές οικιακής αποθήκευσης που διέθεταν οι μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης όπως η Target, η Walmart και η Amazon.
Εν τω μεταξύ, τα οικονομικά προβλήματα της εταιρείας συσσωρεύτηκαν. Στην αίτηση πτώχευσης του Σεπτεμβρίου, η Tupperware ανέφερε περισσότερα από 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρέη και 679,5 εκατομμύρια δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία.
«Πρόκειται για μια κατάσταση που χρειαζόταν επειγόντως μια τεράστια παγκόσμια λύση», δήλωσε ο Σπένσερ Γουίντερς, δικηγόρος που εκπροσωπεί την Tupperware, κατά τη διάρκεια ακρόασης στο αμερικανικό πτωχευτικό δικαστήριο την Τρίτη. Ο Γουίντερς χαρακτήρισε τη συμφωνία πώλησης ως ένα «σπουδαίο αποτέλεσμα» που, όπως είπε, διατηρεί την επιχείρηση, τις πελατειακές σχέσεις και τις θέσεις εργασίας της Tupperware.
Το νέο ξεκίνημα
Οι συμφωνίες πώλησης προβλέπουν ότι η Tupperware θα μετατραπεί σε ιδιωτική εταιρεία υπό την υποστηρικτική ιδιοκτησία της ομάδας δανειστών που την αγοράζει, η οποία περιλαμβάνει τους διαχειριστές αντισταθμιστικού κεφαλαίου (hedge fund) Stonehill Capital Management Partners και Alden Global Capital.
Την περασμένη εβδομάδα, η Tupperware δήλωσε ότι η «αρχική εστίαση» της νέας εταιρείας θα είναι στις ΗΠΑ, τον Καναδά, το Μεξικό, τη Βραζιλία, την Κίνα, τη Νότια Κορέα, την Ινδία και τη Μαλαισία, ενώ θα ακολουθήσουν οι ευρωπαϊκές και πρόσθετες ασιατικές αγορές.
Άλλες προϋποθέσεις ολοκλήρωσης που πρέπει να εκπληρωθούν πριν από την ολοκλήρωση της συναλλαγής περιλαμβάνουν ένα ζήτημα με μια ελβετική οντότητα που πρέπει ακόμη να επιλυθεί, σύμφωνα με δηλώσεις που έγιναν στο δικαστήριο την Τρίτη.