Η πλατεία Όθωνος που έγινε πλατεία Ομονοίας – Η αρχή της διαμόρφωσής της και τα διάφορα στάδια από τα οποία πέρασε – Ο ηλεκτρικός σιδηρόδρομος, οι 8 Μούσες, το σιντριβάνι και άλλες ιστορίες
Έχουν περάσει 186 χρόνια από το 1834 που η Αθήνα έγινε πρωτεύουσα του νεότερου ελληνικού κράτους. Ένα από τα τοπόσημα της Αθήνας είναι αναμφίβολα η πλατεία Ομονοίας. Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε φάση ανάπλασης-αναμόρφωσης και σύντομα αναμένεται να γίνουν τα αποκαλυπτήριά της. Δεν είναι όμως η πρώτη φορά που η πλατεία Ομονοίας ανακαινίζεται. Όπως θα δούμε στο σημερινό μας άρθρο πρόκειται για μία ταλαιπωρημένη πλατεία με πολύ συχνές αλλαγές στην διαμόρφωσή της.
Αθήνα 1834: Η Ομόνοια στην άκρη της πόλης
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1834 με διάταγμα της Αντιβασιλείας του Όθωνα η Αθήνα ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Η περιοχή της σημερινής πλατείας Ομονοίας ονομαζόταν “Τζηρίτη” και ήταν ερημική! Κάποια σκόρπια δέντρα μόνο αλλά άνθρωπος ούτε για δείγμα! Άλλωστε τότε η Αθήνα είχε πολύ λίγους κατοίκους. 7.000 αναφέρουν κάποιες πηγές,12.000 άλλες. « Ένας λόγκος με χαλίκια και σωρούς σκουπιδιών», γράφει η Σ. Λιννέρ στο βιβλίο της “Μια Σουηδέζα στην Ελλάδα”. Στην ευρύτερη περιοχή της υπήρχαν δέντρα, αμπέλια και συκιές καθώς επίσης και μάντρες με αγελάδες και γιδοπρόβατα. Πέρα από αυτήν, η πόλη ήταν επίσης έρημη και ακατοίκητη. Εκεί που βρίσκεται σήμερα η πλατεία Ομονοίας συναντιούνταν δύο ρέματα, ένα που κατέβαινε από τη σημερινή οδό Σταδίου και ένα που κατέβαινε από τη σημερινή οδό Πανεπιστημίου και τα οποία στη συνέχεια ενώνονταν στον Κυκλοβόρο που κυλά σήμερα κάτω από την οδό Μάρνη και ο οποίος ήταν παραπόταμος του Κηφισού.
Το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο της Αθήνας έγινε από τους Κλεάνθη και Σάουμπερτ, ωστόσο εφαρμόστηκε τελείως αποσπασματικά καθώς υπήρχαν έντονες αντιδράσεις. Το σχέδιο αυτό εγκρίθηκε επίσημα με το Βασιλικό Διάταγμα της 29ης Ιουνίου/11ης Ιουλίου 1833 και μάλιστα οριστικά, πράγμα που σημαίνει ότι είχαν γίνει κάποιες τροποποιήσεις από την Αντιβασιλεία. Παρέμβαση έκανε και ο πρόξενος της Αυστρίας Gropius χωρίς όμως να είναι βέβαιο ότι αυτή επηρέασε τις αποφάσεις για το σχέδιο Κλεάνθη-Σάουμπερτ. Στο σχέδιο Κλεάνθη-Σάουμπερτ, στην περιοχή της σημερινής πλατείας Ομονοίας υπήρχε η τετράγωνη Πλατεία Ανακτόρων όπου θα χτίζονταν τα βασιλικά ανάκτορα και τα σημαντικότερα δημόσια κτίρια, από εκεί θα ξεκινούσαν ο Κήπος του Λαού και δεντροφυτεμένα βουλεβάρτα (λεωφόροι). Σ’ αυτήν θα ενώνονταν τρεις οδοί: η Αιόλου που θα οδηγούσε στην Ακρόπολη, η Πειραιώς που θα συνέδεε την Αθήνα με το λιμάνι του Πειραιά και η Σταδίου που θα οδηγούσε στο Καλλιμάρμαρο.
Στις 11/23 Ιουνίου 1834 διατάχθηκε η αναστολή της εφαρμογής του σχεδίου Κλεάνθη-Σάουμπερτ. Ο πατέρας του Όθωνα Λουδοβίκος της Βαυαρίας έλαβε το σχέδιο τους,με εισήγηση του Συμβούλου της Αντιβασιλείας αρχιτέκτονα Weissenborn που είχε συνοδεύσει τον Μάουρερ στην Αθήνα για τροποποιήσεις.
Έτσι ο Λουδοβίκος έστειλε αμέσως στην Ελλάδα τον Leon von Klenze έφορο των κτιρίων της Βασιλικής Αυλής και προϊστάμενο της Ανώτατης Υπηρεσίας Κτιρίων της Βασιλικής Αυλής για να επιληφθεί του ζητήματος. Στο σχέδιο του von Klenze τα ανάκτορα μετακινήθηκαν στην περιοχή του Κεραμεικού. Η πλατεία έγινε μικρότερη, κυκλική και ονομάστηκε Πλατεία Όθωνος. Στο μέσο της σχεδιάστηκε να γίνει ο Ναός του Σωτήρος ως μητροπολιτικός της Αθήνας.
Τελικά ούτε αυτό το σχέδιο αν και είχε εγκριθεί με το Β. Διάταγμα της 18/30 Σεπτεμβρίου 1834 εφαρμόστηκε. Το 1850 η πλατεία Όθωνος πήρε τετράγωνο σχήμα ενώ το 1859 επί δημαρχίας Γ. Σκούφου άρχισε η διαμόρφωσή της. Ξεριζώθηκαν τα αμπέλια και οι συκιές και φυτεύτηκαν βελανιδιές. Η πλατεία έγινε θέατρο συγκρούσεων οθωνικών και αντιοθωνικών ενώ εκεί γιορτάστηκε η έξωση του Όθωνα τον Οκτώβριο του 1862. Tότε πήρε και το σημερινό όνομά της: Πλατεία Ομονοίας. Μεταξύ 18 και 21 Ιουνίου 1863 έγιναν εκεί σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ των αντιμαχόμενων πολιτικών παρατάξεων (“Ορεινών” και “Πεδινών”) που είχαν δημιουργηθεί μετά την έξωση του Όθωνα με αποτέλεσμα 120 άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους και περίπου 300 να τραυματιστούν. Τελικά με παρέμβαση των πρεσβευτών των Μεγάλων Δυνάμεων οι αντίπαλοι συμφιλιώθηκαν.
Αν και τότε, στις αρχές της δεκαετίας του 1860 η πλατεία Ομονοίας ήταν εξοχική περιοχή, άρχισαν να χτίζονται σ’ αυτή τα πρώτα σπίτια.
“Η Πλατεία της Ομονοίας δεν ήτο τότε όπως είναι σήμερον. Το πλείστον των πλαισιούντων αυτήν οίκων έλειπεν. Μόναι οικίαι τότε ήσαν η παλαιά του Καυταντζόγλου προς το μέρος του Αγίου Κωνσταντίνου, η οικία Σαρόγλου και η οικία του Ανδριτσάκη όπου ήσαν τότε τα περίφημα υπόγεια του Κουτσούκου”.
(Νικόλαος Σπανδωνής “Η Αθήνα μας. Σκηναί εκ του Αθηναϊκού Βίου”)
Η πλατεία Ομονοίας αποκτά ζωή
Σταδιακά η πλατεία Ομονοίας έγινε κέντρο περιπάτου αλλά και ψυχαγωγίας με καφενεία υπόγεια, καφωδεία, ξενοδοχεία και θέατρα. Στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν το πλέον πολυσύχναστο μέρος της Αθήνας. Την μεγαλύτερη κίνηση είχε η βόρεια πλευρά της προς την οδό 3ης Σεπτεμβρίου όπου μάλιστα στεγάστηκαν πολυτελή καφενεία. Σε μια πολυγωνική μαρμάρινη εξέδρα με ξύλινο κιόσκι στο κέντρο της πλατείας, στρατιωτική μπάντα ψυχαγωγούσε κάθε Πέμπτη και Κυριακή τους Αθηναίους.
Παράλληλα γύρω από την πλατεία Ομονοίας λειτουργούσαν και πολλά θέατρα ενώ εκεί στάθμευαν και τα μεταφορικά μέσα της εποχής (ιππήλατες άμαξες, μόνιππα κλπ.). Το 1895 η σιδηροδρομική γραμμή Πειραιά-Αθήνας έφτασε ως την Ομόνοια. Ο σταθμός βρισκόταν στη συμβολή των οδών Αθηνάς και Λυκούργου. Το 1900 η πλατεία έγινε αφετηρία των γραμμών του ιππήλατου τροχιόδρομου (τραμ) και από το 1908 του ηλεκτροκίνητου. Το 1905 φυτεύτηκαν σ’ αυτήν πολλά δέντρα και περιφράχθηκε με σιδερένιο κιγκλίδωμα για την προστασία του πράσινου ενώ το 1900 ασφαλτοστρώθηκε γύρω απ’ τον κεντρικό της κήπο.
Στην Ομόνοια άρχισαν να λειτουργούν διανυκτερεύοντα εστιατόρια, καφενεία και καφέ-σαντούρ που έγιναν στέκια… ξενύχτηδων. Δημοσιογράφοι, λογοτέχνες, ηθοποιοί, μουσικοί και άλλοι, ήταν ανάμεσά τους. Το 1910, επιβλήθηκε ο πρώτος περιορισμός στο ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων της περιοχής. Συγκεκριμένα, τα καφενεία της Ομόνοιας, υποχρεώθηκαν να κλείνουν στη 1 π.μ. Φυσικά υπήρξε θύελλα αντιδράσεων, τα καφενεία έκλεισαν ως ένδειξη διαμαρτυρίας (“η πρώτη απεργία των καφενείων”, γράφουν οι Θ. Γιοχάλας – Τ. Καφετζάκη) και η απαγόρευση δεν εφαρμόστηκε.
Στην πλατεία Ομονοίας, ως το 1910 δίνονταν παραστάσεις τσίρκου πάνω στον δρόμο και συγκεκριμένα μεταξύ των οδών Αγίου Κωνσταντίνου, Ίωνος και 3ης Σεπτεμβρίου, ενώ ορισμένοι (μάλλον γραφικοί) ρήτορες εκφωνούσαν λόγους και σχολίαζαν την επικαιρότητα μπροστά σε περίεργους, αργόσχολους και περαστικούς.
Την περίοδο του Εθνικού Διχασμού, ιδιαίτερα το 1916 η πλατεία έγινε χώρος αντιπαραθέσεων, ακόμα και βίαιων συγκρούσεων μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών.
Η πλατεία Ομονοίας μετά το 1920
Η δεκαετία του 1920, ήταν σημαντική και για την πλατεία Ομονοίας. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή πολλοί πρόσφυγες αναζητούσαν τα προς το ζην στους δρόμους γύρω απ’ αυτήν, ενώ το 1920 ηλεκτροφωτίστηκε.
Είχε πλέον εξωραϊστεί για τα καλά, με λουλούδια, φοίνικες, φανοστάτες και ξύλινα παγκάκια, ενώ σ’ αυτήν υπήρχαν και υπαίθρια ανθοπωλεία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ξεκίνησαν τα έργα κατασκευής του υπόγειου σταθμού του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου. Ο πολυτελής για την εποχή εκείνη, σταθμός, εγκαινιάστηκε από τον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο τον Ιούνιο του 1930. Τα χαρακτηριστικά του πλακίδια, είχαν αγοραστεί από το Βερολίνο. Ωστόσο, η κατασκευή του υπόγειου σταθμού του ηλεκτρικού, έφερε πολλές αλλαγές στην Ομόνοια, μάλλον προς το χειρότερο… Έγινε κυκλική, τοποθετήθηκαν σ’ αυτή μαρμάρινα κιγκλιδώματα, ενώ το πράσινο και φοίνικες εξαφανίστηκαν. Καθώς υπήρχε ανάγκη εξαερισμού του υπόγειου σταθμού, υπήρχε η σκέψη να φτιαχτεί απέναντι από την οδό Σταδίου αεραγωγός “εν είδει καπνοδόχου εργοστασίου”, όπως γράφει ο Κ. Μπίρης. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν απαράδεκτο από αισθητικής άποψης.
Έτσι το 1931, επί δημαρχίας Σπύρου Μερκούρη, έγινε πρόταση από την προϊστάμενο των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου Βασίλειο Τσαγρή, να τοποθετηθούν 14 στήλες-αεραγωγοί, πάνω στις οποίες θα στήνονταν αγάλματα την εννέα Μουσών, των Τριών Χαρίτων, της Δήμητρας και της Εστίας. Τελικά, για λόγους συμμετρίας τοποθετήθηκαν οχτώ μόνο Μούσες(!). Ήταν οι Μούσες της Ομόνοιας, οχτώ καθιστά αγάλματα, πάνω σε ψηλούς τσιμεντένιους κίονες, στην κορυφή των οποίων υπήρχαν καπνοδόχοι και στις βάσεις τους είχαν διαμορφωθεί περίπτερα! Επρόκειτο μάλλον για μία αποτυχημένη ιδέα, καθώς η εικόνα της πλατείας προκαλούσε γέλια και σκωπτικά σχόλια από τους Αθηναίους της εποχής, ενώ έγινε και θέμα σε γελοιογραφίες! Μέχρι και ανέκδοτα κυκλοφόρησαν για την Ομόνοια και τις Μούσες της… Η πλατεία χαρακτηρίστηκε ως “τούρτα” ενώ η ένατη Μούσα που έλειπε, η Καλλιόπη, όπως σχολίαζαν δηκτικά κάποιοι, βρισκόταν στα υπόγεια του ηλεκτρικού! Για τις Μούσες της Ομόνοιας, γράφει ο Κ. Μπίρης: “Δυστυχώς όμως, αντί συγκαλύψεως, επολλαπλασιάσθη ούτως η ασχημία. Αι δε τσιμεντένιαια Μούσαι, αντί να την εξαγνίσουν έδωσαν επιπροσθέτως λαβήν εις ειρωνικά φαιδρολογήματα”.
Τελικά, οι Μούσες αποσύρθηκαν το 1937 όχι μόνο λόγω της κακής αισθητικής τους, αλλά και γιατί μία απ’ αυτές είχε πέσει σε περαστικούς, κατά τις διαδηλώσεις εναντίον του Ι.Μεταξά, τον Αύγουστο του 1936! Ο τότε Διοικητής Πρωτευούσης Κ. Κοτζιάς, τις… απεχθανόταν και αυτό ήταν επίσης καθοριστικό. Δύο Μούσες βρίσκονται σήμερα στις Καρυές Λακωνίας, δύο στην Αμοργό, ενώ άλλες τέσσερις στην πλατεία της Καρδίτσας.
Έτσι, η Ομόνοια αναδιαμορφώθηκε, αυτή τη φορά με πρασιές και μικρά κιόσκια ανθοπωλών. Στην πλατεία, υπήρχαν επίσης υπαίθριοι φωτογράφοι, καστανάδες και λούστροι. Οι πρώτοι λούστροι είχαν εγκατασταθεί εκεί ήδη από την εποχή του Θ. Δηλιγιάννη και οι περισσότεροι ήταν συντοπίτες του, από τη Μεγαλόπολη Αρκαδίας (ο Δηλιγιάννης γεννήθηκε στα Λαγκάδια Γορτυνίας). Στα χρόνια της Κατοχής, η Ομόνοια ήταν χαρακτηριστικό δείγμα της εξαθλιωμένης Αθήνας και των δυστυχισμένων κατοίκων της.
Γράφει η Λιλίκα Νάκου στο βιβλίο της της “Η Κόλαση των Παιδιών”: “Περνούσα κ’ εγώ από την Ομόνοια και, καθώς είδα μαζεμένα τα παιδιά πάνω στη γρίλια του Ηλεκτρικού που έβγαζε ζεστασά, στάθηκα να τα δω”. Μια συγκλονιστική περιγραφή, από τον χειμώνα του 1941.
Από τον Οκτώβριο του 1944 ως τον Ιανουάριο του 1945, ο ηλεκτρικός δεν λειτουργούσε, καθώς ο χώρος του σταθμού είχε μετατραπεί σε αποθήκη τροφίμων και οι συρμοί του χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για τη μεταφορά τους από τον Πειραιά στην Αθήνα. Κατά τα Δεκεμβριανά, έγιναν στην Ομόνοια και την ευρύτερη περιοχή της πολλές συγκρούσεις. Στην πλατεία, το 1949, μετά το τέλος του Εμφυλίου, συγκεντρώνονταν αντάρτες και διαπομπεύονταν. Μάλιστα πληρωμένοι διερχόμενοι τους έφτυναν… (Λ. Χρηστάκης, “Της Αθήνας. Χρονικό (προσωπικής) περιήγησης”.
Η Ομόνοια μετά τον πόλεμο
Τη δεκαετία του ‘50, η Ομόνοια και η ευρύτερη περιοχή της, άλλαξαν ριζικά. Ξηλώθηκαν οι γραμμές, του τραμ, περιορίστηκε η έκτασή της, τα ανθοπωλεία, τα περίπτερα και τα παγκάκια απομακρύνθηκαν, ενώ κατασκευάστηκε το πασίγνωστο σιντριβάνι, σήμα κατατεθέν της πλατείας για πολλές δεκαετίας. Ο χώρος από το σιντριβάνι μέχρι τους γύρω δρόμους στρώθηκε με βότσαλα.
Η έκταση της πλατείας περιορίστηκε και μετατράπηκε σε συγκοινωνιακό κόμβο. Τις δεκαετίες του ‘50 και του ‘60, πολλά παλαιά κτίρια στην περιοχή της Ομόνοιας κατεδαφίστηκαν και έδωσαν τη θέση τους σε νέα, πολυώροφα, ακολουθώντας το παράδειγμα και της υπόλοιπης Αθήνας. Εκείνη την εποχή, η πλατεία Ομονοίας έγινε ξανά χώρος διαπόμπευσης, αφού τους νεαρούς που καταδικάζονταν ως “τεντιμπόηδες” με τον Νόμο 4.000, τους κούρευαν δημόσια στο τέλος της οδού Πανεπιστημίου και οι διερχόμενοι τους χλεύαζαν. Το 1988, στη θέση του σιντριβανιού στήθηκε το γλυπτό “Δρομέας”, του Κ. Βαρώτσου, κάτι που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Κατά τη διάρκεια των εργασιών για το μετρό, ο “Δρομέας”, μεταφέρθηκε στην πλατεία της Μεγάλης του Γένους Σχολής, στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας.
Πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, έγιναν στην περιοχή της πλατείας κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, που ισχύουν μέχρι σήμερα. Η άχρωμη και άχαρη μορφή της πλατείας Ομονοίας τα τελευταία χρόνια, οδήγησε σε μία ακόμα ανάπλασή της που ολοκληρώνεται, απ’ ό,τι φαίνεται σε λίγες μέρες. Το σιντριβάνι επανέρχεται στην πλατεία, ενώ θα τοποθετηθεί σ’ αυτή και το υδροκινητικό γλυπτό “Πεντάκυκλο”, του αείμνηστου Γιώργου Ζογγολόπουλου. Το “Πεντάκυκλο”, που είχε εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη Μπιενάλε της Βενετίας το 2001, τοποθετήθηκε στη συνέχεια στην Ομόνοια. Η σχέση του Ζογγολόπουλου με την Ομόνοια είχε ξεκινήσει το 1958 όταν του απονεμήθηκε από κοινού με τον αρχιτέκτονα Κ. Μπίτσιο το 1ο και το 3ο Βραβείο στον Πανελλήνιο Αρχιτεκτονικό και Καλλιτεχνικό διαγωνισμό που είχε προκηρυχθεί από το τότε Υπουργείο Συγκοινωνιών και Δημοσιών Έργων για τη διαμόρφωση της πλατείας.
Η πλατεία Ομονοίας ανακαινίστηκε περισσότερες από δέκα φορές. Εκατομμύρια άνθρωποι πέρασαν απ’ αυτή και δεκάδες χιλιάδες έδωσαν ραντεβού… στου “Μπακάκου” ή σε κάποιο άλλο σημείο της.
Υπάρχουν ήδη στο διαδίκτυο κάποιες φωτογραφίες από την, σχεδόν έτοιμη, πλατεία Ομονοίας. Όσο όμορφη όμως κι αν είναι αυτή, θα το δούμε όταν παρουσιαστεί επίσημα, αν στους γύρω δρόμους έχουμε πιστολίδια, μαχαιρώματα, εμπόριο ναρκωτικών, παρεμπόριο και παραβατικούς Έλληνες ή εισαγόμενους να αλωνίζουν, δεν θα έχει καμία απολύτως σημασία…
Πηγές: Θανάσης Γιοχάλας-Τόνια Καφετζάκη, “ΑΘΗΝΑ Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και τη λογοτεχνία”, 5η έκδοση, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΣΤΙΑΣ, 2017
ΚΩΣΤΑΣ Η. ΜΠΙΡΗΣ “ΑΙ ΑΘΗΝΑΙ ΑΠΌ ΤΟΥ 19ου ΕΙΣ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ”, ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΜΕΛΙΣΣΑ, Ε’ ΕΚΔΟΣΗ 2005
ΜΑΡΩ ΒΟΥΓΙΟΥΚΑ-ΒΑΣΙΛΗΣ ΜΕΓΑΡΙΔΗΣ, “ΟΔΩΝΥΜΙΚΑ .Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΟΔΩΝ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ”, Δ’ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΑΝΕΩΜΕΝΗ, ΤΟΜΟΣ Γ’, ΔΗΜΟΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ.